«Το πρόγραμμα που παρουσίασε ο κ. Μητσοτάκης βρίσκεται μακριά από τις πραγματικές ανάγκες των εργαζομένων» αναφέρει το υπουργείο Εργασίας, επισημαίνοντας ότι «ο πρόεδρος της ΝΔ δεν ανέλαβε καμία ουσιαστική δέσμευση για την προστασία και τη διεύρυνση των εργατικών δικαιωμάτων, για την εφαρμογή και επέκταση των συλλογικών συμβάσεων εργασίας και για την αντιμετώπιση της παραβατικότητας στους χώρους εργασίας».
«Οι αοριστολογίες περί "νέου κοινωνικού συμβολαίου εργαζομένων, κράτους και επιχειρήσεων" και οι εκκλήσεις προς τις επιχειρήσεις να κάνουν τους εργαζόμενους "συμμέτοχους στα κέρδη" καθιστούν τους μισθούς και τα δικαιώματα προαιρετικά, χωρίς διασφάλιση και κατοχύρωση μέσα από σαφείς και υποχρεωτικούς κανόνες προστασίας της εργασίας. Έγινε, επίσης, σαφές ότι η ΝΔ, που μείωσε τον κατώτατο μισθό κατά 22% και κατά 32% για τους νέους, θέλει σήμερα να βάλει φρένο στην αύξησή του, όπως αυτή ξεκίνησε ήδη και έχει σχεδιαστεί για τα επόμενα χρόνια από την κυβέρνηση. Αλλά ακόμη και οι γενικόλογες υποσχέσεις για "νέες και καλά πληρωμένες δουλειές" από το κόμμα που έφτασε την ανεργία στο 28%, την ανεργία των νέων στο 60%, που ισοπέδωσε τους μισθούς και κατάργησε τις συλλογικές διαπραγματεύσεις, δεν μπορούν να έχουν καμία αξιοπιστία» σημειώνει το υπουργείο Εργασίας.
Παράλληλα, το υπουργείο Εργασίας προσθέτει: «Είναι χαρακτηριστικό ότι από το πρόγραμμά του απουσιάζει κάθε αναφορά στο ασφαλιστικό. Πράγμα ιδιαιτέρως ανησυχητικό, με δεδομένα αφενός μεν τα πεπραγμένα της ΝΔ -ελλείμματα και περικοπές συντάξεων- αφετέρου δε τα όσα εδώ και καιρό ο ίδιος λέει για ιδιωτικοποίηση της κοινωνικής ασφάλισης. Είναι δυνατόν τη στιγμή που δεσμεύεται για κατάργηση του υφιστάμενου ασφαλιστικού, να μην περιγράφει με ποιο μοντέλο θέλει να το αντικαταστήσει και να αφήνει στην αβεβαιότητα εκατομμύρια ασφαλισμένους και συνταξιούχους;
Στον τομέα της πρόνοιας, το πρόγραμμα της ΝΔ οδηγεί σε συγχώνευση και κατάργηση κοινωνικών επιδομάτων, με δραστική μείωση του προϋπολογισμού, που σήμερα έχει αυξηθεί στα 3,2 δισ. ευρώ.
Η ΝΔ επιβεβαίωσε την προσήλωσή της στην πολιτική στήριξης των ισχυρών και υπονόμευσης των συμφερόντων του κόσμου της εργασίας».
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ