Για τη Δημοκρατία μίλησε ο Δήμαρχος Πατρέων Κ. Πελετίδης στο Πανεπιστήμιο Πατρών και στο πλαίσιο του 1ου Διεθνούς Συνεδρίου, με θέμα: "Δημοκρατία Μύθος ή Πραγματικότητα".
Ολόκληρη η ομιλία έχει ως εξής:
Δημοκρατία για ποιόν;
Είναι αλήθεια ότι Λίγες είναι οι έννοιες για τις οποίες έχουν γραφτεί και ειπωθεί τόσα πολλά, ιδιαίτερα τους δύο τελευταίους αιώνες, όσο αυτή της δημοκρατίας.
Έχει υπάρξει ως ιδέα, ως ιδανικό, ως σύνθημα και κραυγή στα χείλη εκατομμυρίων αγωνιζόμενων ανθρώπων, ως πολιτικό αίτημα και στόχος, ως δυνατότητα και ως πραγματικότητα, αλλά συχνά ως ιδεολόγημα εξαπάτησης.
Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η λεγόμενη «φλόγα της δημοκρατίας» άναψε στην αρχαιότητα σε πόλεις-κράτη όπου η μεγάλη μάζα των άμεσων παραγωγών του κοινωνικού πλούτου βρίσκονταν σε κατάσταση δουλείας, άρα δεν διέθεταν και το παραμικρό πολιτικό δικαίωμα.
Ενδεικτικά, στα χρόνια της μέγιστης ακμής της αρχαίας Αθήνας, η αναλογία των πολιτών προς τους δούλους ήταν 1 προς 5.
Η εξουσία του Δήμου, δηλαδή η «δημοκρατία», δεν ήταν επί της ουσίας παρά μια δημοκρατία μιας μειοψηφίας.
Επρόκειτο για δημοκρατία μεταξύ του συνόλου των δουλοκτητών, μεγάλων και μικρών, η οποία θεμελιωνόταν στην ιδιοποίηση των αποτελεσμάτων της εργασίας της τάξης των δούλων, από την τάξη των δουλοκτητών-πολιτών ως συνόλου.
Μέσα από αυτή την πολύ σύντομη αναδρομή φαίνεται η ιστορική ρίζα του χαρακτηριστικού εκείνου που συνοδεύει τη δημοκρατία, ως μορφή εξουσίας και διακυβέρνησης, σε όλη την κατοπινή της μακρόχρονη εξέλιξη.
Δηλαδή: Η δημοκρατία είναι μια μορφή ταξικής πολιτικής εξουσίας, μια μορφή κράτους, που δεν αφορά εξίσου όλα τα μέλη μιας ανθρώπινης κοινωνίας.
Δεν υπάρχει καθαρή «δημοκρατία».
Όσο υπάρχουν τάξεις, θα υπάρχει πάντα δημοκρατία της μιας ή της άλλης τάξης.
Κάθε δημοκρατία λοιπόν συνιστά στην πραγματικότητα ανεπτυγμένη και ολόπλευρη δημοκρατία για την κάθε φορά άρχουσα τάξη, αλλά ταυτόχρονα και μια ταξική δικτατορία επί της εκμεταλλευόμενης τάξης ή τάξεων.
Η αστική δημοκρατία, με κεντρικό ορόσημο τη Γαλλική Επανάσταση, αποτέλεσε αναμφισβήτητα μεγάλη ιστορική πρόοδο σε σύγκριση με τον μεσαίωνα.
Την παραδοχή αυτή που κάνει ο Μαρξισμός την αποδέχεται, με διαβαθμίσεις, και η αστική τάξη, αλλά μένει εκεί.
Δεν αποδέχεται φυσικά τη συνέχεια της μαρξιστικής αντίληψης που αποδεικνύει ότι η δημοκρατία στον καπιταλισμό δεν μπορεί παρά να μένει κολοβωμένη, παράδεισος για τους λίγους και πλούσιους και απάτη για τους πολλούς και εκμεταλλευόμενους.
Η πραγματικότητα αυτή της αστικής δημοκρατίας συχνά κρύβεται πίσω από τις κουρτίνες του εκλογικού παραβάν, συγκαλύπτεται από την «ισότητα» της ψήφου των διαφόρων τάξεων.
Αξίζει να θυμόμαστε ότι στις πρώτες αστικές δημοκρατίες «πολίτης» κυρίαρχος, ήταν μόνο ο αστός, ο ιδιοκτήτης μέσων παραγωγής ή πλούτου, ο βιοτέχνης ο έμπορος, ο τραπεζίτης κ.ο.κ. και όχι φυσικά ο μισθωτός εργάτης.
Ας μην ξεχνάμε επίσης ότι η γυναίκα ψήφισε 2 για πρώτη φορά στην χώρα μας «στην αστική δημοκρατία του 1952. Είχε προηγηθεί η κυβέρνηση του Βουνού.
Δηλαδή
Στην παραπέρα πορεία ανάπτυξης του καπιταλισμού, η εμφάνιση των άμεσων παραγωγών του πλούτου, της εργατικής τάξης, στο πολιτικό προσκήνιο επέβαλλε, μέσα από σκληρούς και συχνά αιματηρούς αγώνες, την επέκταση του εκλογικού δικαιώματος σε όλους, ανεξάρτητα από την ταξική τους ένταξη. Φυσικά η τυπική ισότητα που αναγκάστηκε να αποδεχτεί και διακηρύσσει η αστική δημοκρατία είναι η μια όψη του νομίσματος.
Η άλλη όψη είναι οι χιλιάδες πραγματικοί περιορισμοί που μετατρέπουν καθημερινά, μέρα μπαίνει-μέρα βγαίνει, τους εργάτες σε μισθωτούς δούλους.
Είναι απόλυτα χαρακτηριστικό ότι η δημοκρατία για τους εργαζόμενους σταματά πάντα μπροστά στις πύλες των εργοστασίων και των επιχειρήσεων.
Οι σημερινοί σχεδιασμοί κυβέρνησης και «κουαρτέτου» για περιορισμό των συνδικαλιστικών δικαιωμάτων αποβλέπουν ακριβώς στο να θωρακίσουν παραπέρα το εργοδοτικό αυτό άβατο.
Σταμάτα σε βασικά ανθρώπινα δικαιώματα όπως η δουλειά, η υγεία, η παιδεία, η κατοικία που υποτίθεται ότι το αστικό σύνταγμα τα προστατεύει άλλα ποτέ δεν τα διασφαλίζει για όλους .
Πολλά-πολλά χρόνια αφότου λέχθηκαν, ισχύουν ακόμα τα λόγια του Ένγκελς ότι και οι πιο δημοκρατικές εκφράσεις της αστικής δημοκρατίας, όπως η καθολική ψηφοφορία, δεν μπορεί να είναι τίποτα περισσότερο από «ένας δείκτης του βαθμού ωριμότητας της εργατικής τάξης».
Ο αστικός κοινοβουλευτισμός έχει έναν «ιστορικά περιορισμένο και συμβατικό χαρακτήρα».
Γι’ αυτό και το εργατικό κίνημα πάντοτε συνδύαζε στην πάλη του τον αγώνα για πολιτικές ελευθερίες και δικαιώματα με τον αγώνα για την πλήρη κοινωνική και πολιτική χειραφέτηση των άμεσων παραγωγών του πλούτου, για μια κοινωνία δίχως ταξικές διαιρέσεις.
Ακόμα και το πιο δημοκρατικό αστικό κράτος έχει στο σύνταγμα του παράθυρα που προβλέπουν την παρέμβαση του στρατού, την αναστολή διατάξεων του συντάγματος, την επιβολή στρατιωτικού νόμου, κτλ, σε περίπτωση «διατάραξης της τάξης» - δηλαδή, ουσιαστικά, στην περίπτωση που τεθεί υπό αμφισβήτηση από τους εκμεταλλευόμενους το καθεστώς της εκμετάλλευσης.
Η ιστορία της χώρας μας είναι γεμάτη από τέτοια παραδείγματα, σημειωτέον όχι μόνο σε περιόδους δικτατορικών καθεστώτων.
Δεν ήταν άλλος από τον θεωρούμενο ως πατέρα της σύγχρονης Ελληνικής αστικής δημοκρατίας, τον Ελευθέριο Βενιζέλο, που με το «Ιδιώνυμο» «δίδαξε» την δικαστική καταδίκη και εξορία του εργατόκοσμου για εγκλήματα σκέψης.
Στις μέρες μας επίσης με τα μνημόνια που το κοινοβούλιο πόσες φορές δεν παραμερίστηκε και η εκτελεστική εξουσία έδρασε συγκεντρωτικά και αποφασιστικά
Τα παραπάνω βασικά και ιστορικά διδάγματα «ξεχνιούνται», παραμερίζονται συνήθως στο πλαίσιο της συζήτησης για τη «δημοκρατία».
Δεν μας ξαφνιάζει κάτι τέτοιο.
Η σύγχρονη αστική δημοκρατία μπορεί να δικαιολογήσει το όνομά της ως τέτοια μόνο αν παραμεριστεί το ταξικό κριτήριο και παρουσιαστεί τάχα ως «δημοκρατία ατόμων».
Το καπιταλιστικό κράτος, σε αντίθεση με όλα τα προηγούμενα, μπορεί να υπάρξει ως ταξικό κράτος μόνο αν παρουσιαστεί ως «εθνικό», ως «καθολικό» κράτος όλων, που εκφράζει τάχα το «γενικό συμφέρον» και τη «γενική βούληση» όλων των πολιτών ως ατόμων.
Γι’ αυτό και στις συζητήσεις για την Δημοκρατία εκείνο που ποτέ δεν αναφέρεται είναι η έννοια της κοινωνικής τάξης.
Αντίθετα οι πολίτες παρουσιάζονται είτε ως άτομα είτε συσπειρωμένοι σε αόριστες «ομάδες συμφερόντων», σε «κόμματα», σε επαγγέλματα, σε αναρίθμητες κάθε είδους «συλλογικότητες» κ.ο.κ..
Ποτέ όμως δεν εμφανίζονται ως τάξεις. Η ουσία παραμερίζεται κι η λύση του προβλήματος αναζητείται στο εσωτερικό του υπάρχοντος συστήματος οικονομίας και εξουσίας, και όχι στο ξεπέρασμα του. Το ίδιο φαινόμενο το συναντάμε πολλαπλάσια στην Τοπική διοίκηση.
Που τάχα είναι το θεμέλιο της Δημοκρατίας.
Ενώ δεν είναι παρά ένας θεσμός του κράτους διαρθρωμένος έτσι που αντικειμενικά είναι πιο κοντά σε εργατικές λαϊκές μάζες.
Το ότι είναι πιο κοντά ως θεσμός δεν τον κάνει και πιο δημοκρατικό, αντίθετα το χρησιμοποιεί η αστική δημοκρατία για να επιβάλλει τη θέληση της κυρίαρχης τάξης και να παίζει το ρόλο του “αμορτισέρ” απορροφώντας τους κοινωνικούς κραδασμούς.
Στην ίδια κατεύθυνση ωραιοποίησης της αστικής δημοκρατίας κινείται και η συζήτηση που έχει ενταθεί τα τελευταία χρόνια στη χώρα μας περί «άμεσης δημοκρατίας».
Χαρακτηριστικη ειναι η προσφατη ομιλια του προεδρου των ΗΠΑ κ. Ομπαμα οπου μιλησε εκτενως για την αρχαια ελληνικη δημοκρατια.
Τι υποδηλώνει ή πού παραπέμπει ο όρος «άμεση δημοκρατία»;
Προφανώς, στη διαχείριση των κοινωνικών υποθέσεων από τα ίδια τα μέλη της κοινωνίας, δίχως διαμεσολαβήσεις ειδικών και οργανώσεων, κρατικού μηχανισμού, κομμάτων κτλ., με βάση την αρχή της πλειοψηφίας (γι’ αυτό εξάλλου και η ιδέα αυτή είναι τόσο ελκυστική και γίνεται πιο εύκολα αποδεκτή). Ωραία μέχρις εδώ.
Ποιοι θα διοικήσουν λοιπόν την κοινωνία;
Η απάντηση που δίνεται από κάποιους είναι: «οι ίδιοι οι πολίτες», ο «λαός» άμεσα.
Ναι, αλλά οι πολίτες ή ο «λαός» δεν είναι κάτι ενιαίο. Και τώρα, εξάλλου, πολίτες είναι αυτοί που διοικούν.
Όχι, λέει, πρέπει να διοικήσουν άμεσα όλοι οι πολίτες, φτωχοί και πλούσιοι. Το ταξικό κριτήριο και εδώ παραμερίζεται ευθύς εξαρχής.
Σε ποιο έδαφος θα ασκείται άραγε αυτό το «αμεσοδημοκρατικό» δικαίωμα;
Κανείς από αυτούς που προκρίνουν τις αμεσοδημοκρατικές διαδικασίες δεν κάνει λόγο για τους τόπους δουλειάς, για τα εργοστάσια, τα ξενοδοχεία, τα πολυκαταστήματα, για τους εργασιακούς χώρους γενικά, κανείς δε μιλάει για άσκηση εξουσίας των εργαζομένων πάνω στην παραγωγική διαδικασία. Όταν δεν τίθεται θέμα ταξικότητας, όταν οι εργασιακοί χώροι μένουν έξω από το οπτικό πεδίο, είναι σαφές ότι γίνεται 4 αποδεκτή η θεμελιακή αστική αντίληψη περί «γενικού συμφέροντος» και «γενικής θέλησης», μιας ταξικά όμως διαιρεμένης κοινωνίας.
Γι’ αυτό και όλη αυτή η συζήτηση των τελευταίων χρόνων εύκολα ενσωματώνεται στην προωθούμενη αστική αντίληψη περί «συμμετοχικής» δημοκρατίας.
Η πολιτική ουσία της περιβόητης «συμμετοχικής δημοκρατίας» συνίσταται όχι σε ένα «άνοιγμα των δημοκρατικών διαδικασιών για όλους τους πολίτες», όπως υποστηρίζουν οι θιασώτες της, αλλά ακριβώς στο αντίθετο, δηλαδή στο «κλείσιμο» ή στην απαγόρευση τοποθέτησης των πολιτικών και κοινωνικών υποθέσεων από εργατική ταξική σκοπιά, στη στεγανοποίηση της πολιτικής δράσης από την όποια επίδραση και βάρος του εργατικού και κομμουνιστικού κινήματος.
Από αυτή την σκοπιά πρέπει να αντιμετωπίζουμε και μια σειρά από νεωτερισμούς π,χ περί δημοψηφισμάτων, διαβούλευσης, ανοιχτής διακυβέρνησης, κινήματα των πλατειών, του Facebook κλπ
Όλη η συζήτηση για εμπλουτισμό και ανάπτυξη της σύγχρονης αστικής δημοκρατίας είναι πρώτα-πρώτα παραπλανητική και αποπροσανατολιστική.
Αυτό που επιζητείται καταρχήν από όλη αυτή τη φλυαρία είναι το κέρδισμα πολύτιμου χρόνου από τις δυνάμεις της Αστικής τάξης, του κεφαλαίου για να εδραιώσουν, ως μόνιμη πλέον, αυτή την πολιτική που παρουσιάζουν σήμερα ως «αναγκαστική», «έξωθεν επιβαλλόμενη» και «προσωρινή» («μέχρι να βγούμε από την κρίση»).
Ξέρουν ότι τα δύσκολα και γι’ αυτούς είναι ακόμα μπροστά.
Πίσω λοιπόν από τα ωραία λόγια περί δημοκρατίας και πολιτικών αλλαγών, περί προστασίας από την «τρομοκρατική απειλή», κρύβεται η επερχόμενη τεράστια ενίσχυση της καταστολής, του καπιταλιστικού νόμου και της τάξης, δηλαδή του πραγματικού αστικού «κράτους δικαίου».
Στόχος ο περιορισμός των αντιδράσεων των λαϊκών στρωμάτων και η αποτροπή της ριζοσπαστικοποίησης τους.
Ο συνδυασμός της καταστολής και της ταυτόχρονης επίκλησης των «λαϊκών δικαίων» επίσης δεν είναι πρωτόγνωρος ιστορικά.
Για παράδειγμα πουθενά δε θεοποιήθηκε περισσότερο η έννοια του «λαού» απ’ ότι στη ναζιστική Γερμανία και πουθενά δεν επισημοποιήθηκε πιο πολύ ο «κοινωνικός διάλογος» και ο «κοινωνικός εταιρισμός» απ’ ότι στο «σωματειακό κράτος» της φασιστικής Ιταλίας.
Σημειωτέον ότι επρόκειτο για καπιταλιστικές χώρες που αντιμετώπιζαν το διεθνή καπιταλιστικό ανταγωνισμό ταυτόχρονα με την εσωτερική ταξική πάλη, σε συνθήκες μεγάλης διεθνούς καπιταλιστικής κρίσης και ως εκ τούτου η κινητοποίηση και γενική «επιστράτευση» του συνόλου του δυναμικού της κάθε χώρας και όλων των διαθέσιμων εφεδρειών ήταν θέμα ζωής και θανάτου για την επιβίωση της αστικής τάξης σε αυτές.
Αγαπητοί φίλοι και φίλες, δεν υπάρχει δημοκρατία για όλους.
Αφού η κοινωνία μας είναι ταξική με αντικρουόμενα συμφέροντα, η δημοκρατία αντικειμενικά και η ζωή το έχει αποδείξει δε μπορεί να τους εκφράζει όλους.
Δεν μπορούμε όμως να παραβλέψουμε την δημιουργία και οικοδόμηση ενός κράτους και μίας κοινωνίας που στιγμάτισε τον 20ο αιώνα.
Είναι η κοινωνία εκείνη που προσέφερε πλατιά και ολοκληρωμένη δημοκρατία σε αυτούς που την στερούνταν γενιές και γενιές πίσω. Είναι η δημοκρατία των εργαζομένων των αγροτών, είναι η συγκρότηση ενός πραγματικά λαϊκού κράτους.
Λαϊκού γιατί η ίδια η λειτουργία της οικονομίας ξεκινούσε – οργανώνονταν-και υλοποιούνταν από εργάτες και αποδέκτες της δημιουργικότητας τους ήταν οι ίδιοι οι εργαζόμενοι.
Δημοκρατία πάνω από όλα είναι η κατάργηση της ανεργίας, υγεία και πρόνοια σε πρωτοφανή και ασύγκριτα επίπεδα ακόμα και σήμερα, παιδεία για όλους. Δημοκρατία ήταν λόγω της δυνατότητας συμμετοχής στη λήψη αποφάσεων μέσω της μειωμένης εργάσιμης ημέρας.
Δημοκρατία ήταν γιατί οι γυναίκες απαλλάχτηκαν από το ατομικό νοικοκυριό και ανέπτυξαν όλες τις σωματικές και πνευματικές τους δυνατότητες.
Είναι όμως ο φόβος δημιουργίας μιας τέτοιας κοινωνίας, ο φόβος της χειραφέτησης της εργατικής τάξης, που οδηγεί σε απαγορεύσεις κομμάτων , σε απαγορεύσεις διαδηλώσεων, σε τόνους χαρτιού συκοφαντίας και διαστρέβλωσης της ιστορίας. Εκείνη η περίοδος της ιστορίας στέκεται με λαμπρότητα πάνω από οποιαδήποτε τέτοια προσπάθεια, είναι φάρος που θα οδηγήσει και πάλι το λαό στην κατάκτηση της δικής του δημοκρατίας.
Ολοκληρώνοντας φίλοι και φίλες λέμε το εξής:
Η γνώση είναι δύναμη, και μπορεί να αποτελέσει το μοχλό εκείνο που θα οδηγήσει στη συνειδητοποίηση και χειραφέτηση.
Να κλειδώσει μία και καλή στο χρονοντούλαπο της ιστορίας όλη εκείνη την περίοδο όπου οι άνθρωποι συμπεριφέρονται απέναντι σε ανθρώπους με κτηνωδία, κάτι που δεν αρμόζει ούτε στο βαθμό ανάπτυξης της επιστήμης ούτε της τεχνολογίας.
Υπάρχει πλέον η δυνατότητα να απελευθερωθούν οι ανυπολόγιστες ακόμα παραγωγικές δυνάμεις της ανθρωπότητας.
Υπάρχει η δυνατότητα να εξαλειφθεί κάθε αδικία, πείνα, φτώχεια και καταπίεση.
ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΟΡΑΜΑ – ΕΙΝΑΙ Η ΑΝΑΓΚΑΙΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΕΠΟΧΗΣ ΜΑΣ