«Σούσουρο»: Και παραδοσιακό και διεθνές- Το μαγαζί του Ηλία είναι 33 ετών και «συστεγάζει» τους γίγαντες και τη σαρδέλα με τον σολωμό ποσέ και τη σαλάτα κινόα

σε λιγο αποκτα και τον ύμνο του

Το μαγαζί του Ηλία στον πεζόδρομο της Τριών Ναυάρχων εδώ και λίγο καιρό έχει γίνει... διεθνές.

Συχνά πυκνά μάλιστα, όταν ο καιρός έχει κέφια και ο Ηλίας έμπνευση, ο πεζόδρομος πολιορκείται από καλοφαγάδες που σπεύδουν να κάνουν ασκήσεις στον ουρανίσκο τους με γεύσεις ερχόμενες από έναν άλλο κόσμο, αλιευμένες από τα βαθιά ύδατα της υδρογείου της γαστρονομίας.

Το  «Σούσουρο», ένα από τα πιο παλιά ουζερί της πόλης, το οποίο έχει φιλοξενήσει επικές συναντήσεις και ουζοκατανύξεις έως τα ξημερώματα, έχει καταφέρει το εξής πρωτότυπο: έχει σταθεί όρθιο και... ατρόμητο σε έναν πεζόδρομο που τα τελευταία  χρόνια μετράει «λουκέτα», έχει διατηρήσει στο έπακρο το ύφος του και το ύφος των αθρώπων που το επιλέγουν (φοιτητές, διανόηση, δημοσιογράφοι και καλλιτέχνες) και έχει «συστεγάσει» τον γάβρο και τους γίγαντες με τους καβουροκεφτέδες και τον σολωμό ποσέ.

Ο Markus Schmalz 

Και όλα αυτά, με «μαέστρο» τον πασίγνωστο και αγαπημένο Ηλία Χριστόπουλο, ο οποίος είναι η «ψυχή» του μαγαζιού και παράλληλα ο μόνος ιδιοκτήτης ουζερί που δηλώνει «παρών» μεσημέρι βράδυ, χωρίς διακοπή όλα τα χρόνια της λειτουργίας του «Σούσουρου», εντός του οποίου βεβαίως συχνά πυκνά επικρατεί και ...σούσουρο εκτός ταμπέλας, από τις θορυβώδεις παρέες και τους παλιούς καλούς φίλους που έχουν πολλά να πουν και νέα πιάτα για να δοκιμάσουν.

«Πριν ένα χρόνο βλέποντας τις νέες συνθήκες στην αγορά, σκεφτήκαμε  να πάρουμε έναν έμπειρο σεφ που θα μας παρουσιάσει κι άλλα πιάτα, παγκόσμια, έτσι ώστε να κάνουμε θεματικές ημέρες. Έτσι βρήκαμε τον Markus Schmalz τον Ελληνογερμανό μάγειρά μας  ο οποίος κάνει θαύματα» λέει ο Ηλίας.

«Χωρίς να απαρνηθούμε τα παραδοσιακά μας πιάτα, όπως οι σαρδέλες, ο γαύρος, τα  καλαμαράκια, οι κεφτέδες, οι γίγαντες, η φάβα κ.α., προσθέσαμε κάποιες σαλάτες και κάποια πιάτα πιο ψαγμένα όπως οι  καβουροκεφτέδες, ο σολωμός ποσέ, το μεθυσμένο λουκάνικο, η σαλάτα με κινόα,  τα  βραστά και ψητά λαχανικά και άλλα» εξηγεί ο Ηλίας. «Παράλληλα κάναμε και εξακολουθούμε και φέτος να κάνουμε, κάποιες θεματικές μέρες (συνήθως Παρασκευή), με κουζίνες του κόσμου, οι οποίες σημείωσαν πολύ μεγάλη επιτυχία. Πέρυσι παρουσιάσαμε μεξικάνικη κουζίνα, ταϋλανδέζικη, γερμανική, ιταλική και ινδική με εξαιρετική απήχηση στον κόσμο και φέτος έχουμε προγραμματίσει τούρκικη, ισπανική, κολομβιανή, γερμανική και ταϋλανδέζικη.

Και παράλληλα με αυτές, κάνουμε και θεματικές ανά φαγητό, όπως για παράδειγμα η ημέρα της μακαρονάδας που την κάναμε έξω στον πεζόδρομο με συνταγές όπως αματριτσιάνα,μακαρονάδα του γεωργού, μακαρονάδα του  ψαρά και άλλα τέτοια, ή οι συνταγές με σαλιγκάρια Ανδαλουσίας, φρέσκα μύδια αχνιστά και τσίλι μεξικάνικο που είχαν πολύ μεγάλη ανταπόκριση.».

Ο Ηλίας πιστεύει ότι στην κρίση πρέπει να κάνεις αντεπίθεση και να προσαρμόζεσαι στις συνθήκες.

Στο πλαίσιο αυτό, το μαγαζί διαθέτει και ειδικές προσφορές για τους φοιτητές κάθε Δευτέρα, Τρίτη και Τετάρτη.

Ο ΥΜΝΟΣ ΤΟΥ «ΣΟΥΣΟΥΡΟΥ»

Το «Σούσουρο» ήταν και παραμένει το μαγαζί της παρέας. Από εκεί έχουν περάσει πολλοί και οι περισσότεροι έχουν «κολλήσει».

Κάπως έτσι, από την παρέα, ξεκίνησε η ιδέα να αποκτήσει το μαγαζί  και το τραγούδι του τους στίχους του οποίου έχει γράψει η, εκ των θαμώνων του, δημοσιογράφος tempo24 Γιώτα Κοντογεωργοπούλου και το οποίο έχει μπει σε έναν άτυπο διαγωνισμό για τη μελοποίησή του από διαφορετικούς συνθέτες, επίσης φίλους και γνωστούς του Ηλία και του «Σούσουρου» από την Πάτρα αλλά και από την Αθήνα.

«Όποιος γράψει το καλύτερο, θα επιβραβευτεί με ένα τραπέζι» λέει ο Ηλίας γελώντας, ενώ επισημαίνει ότι η παρουσίαση του τραγουδιού θα γίνει με.. ειδική πρόσκληση και... μαρτυρά το ρεφρέν: «Σούσουρο ως το σούρουπο, στο μαγαζί του Ηλία, ήρθε κι η διανόηση, είχαμε απαρτία “Oύζο για πνεύμα” φώναζαν από το υπερώον, φυτεύαμε με νεραντζιές τον κήπο των ηρώων».

ΑΠΟ ΤΟ 1984

Στις αρχές της δεκαετίας του ΄80  άρχισαν να ανοίγουν στην Πάτρα τα ορίτζιναλ ουζερί νέου τύπου, τα οποία κατέκτησαν την καρδιά των φοιτητών και κατόπιν όλων των Πατρινών.

Πρώτος στην Πάτρα, άνοιξε ο Αγουρίδης το ουζερί του στην οδό Καρόλου το 1982.

Το 1983 άνοιξε στο Βλατερό το «Ποπάυ» του Νίκου Λιβάνη , καλού φίλου του Ηλία (στην κεντρική φωτό οι δυό τους μαζί με τον Νίκο Πολυγένη, και τον ηθοποιό Γεράσιμο Γεννατά) που έφυγε πριν από λίγες ημέρες και το 1984 άνοιξε το «Σούσουρο», το μόνο που συνεχίζει μέχρι σήμερα το ταξίδι του κόντρα στον καιρό. Ο Ηλίας είναι ο πιο παλιός ιδιοκτήτης καταστήματος πώλησης αλκοόλ που αντέχει να λειτουργεί ο ίδιος το κατάστημα μεσημέρι και βράδυ, χωρίς διακοπή, επί 30 χρόνια.

Το «Σούσουρο» άνοιξε στις 10/10/1984 στην οδό Παντανάσσης 66 με τα παλιά έπιπλα του ζαχαροπλαστείου "Ολύμπια" τα οποία αγόρασε ο Ηλίας, και έμεινε ανοικτό σημειώνοντας μεγάλη επιτυχία και συγκεντρώνοντας πολλούς από τους αριστερούς της εποχής, γράφοντας ιστορία στο γλέντι και τις συζητήσεις, αποτελώντας στέκι έως το 1989 οπότε και έκλεισε καθώς ο ιδιοκτήτης πήρε τον χώρο για ίδια χρήση.

Άνοιξε ξανά στον ίδιο χώρο το 1993.

Το 1996 άνοιξε το καλοκαιρινό "Σούσουρο" στα Βραχνέικα και μέχρι το 1999 λειτουργούσαν μαζί και το χειμερινό και το καλοκαιρινο "Σούσουρο". Το  1999 έκλεισε το χειμερινό και έμεινε το καλοκαιρινό «Σούσουρο» που λειτουργούσε χειμώνα καλοκαίρι.

(Με την Ελένη Βιτάλη)

Τον Νοέμβρη του 2010 άνοιξε  το "Σούσουρο" στην Τριών Ναυάρχων 45 όπου παραμένει μέχρι σήμερα κόντρα στην κρίση, στον καιρό και στις νέες μόδες που μεσολάβησαν.

Στο "Σούσουρο" δεν υπήρξε ποτέ ζωντανή μουσική με την έννοια της ορχήστρας. Όμως μουσική υπήρξε πολλή σε αυτοσχέδια γλέντια, σε αυθόρμητες μουσικές βραδιές που έστηναν στα ξαφνικά οι θαμώνες. Θαμώνες όπως ο Σωκράτης Μάλαμας, ο Λάμπρος Καρελάς, ο Στυλιανέας, ο Τσαβατόπουλος, ο Ξηντάρης και πολλοί πολλοί άλλοι. Και φυσικά ο Μπάμπης ο Γκολές, φίλος του Ηλία.

Από το μαγαζί του Ηλία έχουν περάσει όλοι σχεδόν οι παλιοί, δημοσιογράφοι, ενώ θαμώνας και φίλος αδελφικός είναι ο ποιητής Διοσύνης Καρατζάς. 

Σήμερα ο Ηλίας εξακολουθεί να μένει πιστός στις παλιές του συνήθειες και στην παλιά τακτική. Πηγαίνει στη λαϊκή, αγοράζει κρέατα από κρεοπωλείο και όχι από πολυκατάστημα, φτιάχνει υπέροχους ψαρομεζέδες, αν και το κρέας πλέον τραβάει πολύ περισσότερο τις προτιμήσεις, είναι παρών στο μαγαζί πρωί και βράδυ, και κάνει παρέα με τους φίλους του όπως παλιά. Η πελατεία του είναι πάλι οι φοιτητές, αλλά και οι παλιοί θαμώνες που ουδέποτε έφυγαν.

 

Διαβάστε επίσης