Για την αποτελεσματική πρόληψη της βίας και του εκφοβισμού στο σχολικό περιβάλλον

του Άγγελου Τσιγκρή, Δικηγόρου – Καθηγητή Εγκληματολογίας

Η 6η Μαρτίου έχει καθιερωθεί να γιορτάζεται ως Ημέρα κατά της Σχολικής Βίας και του Εκφοβισμού. 

 

Ο όρος «εκφοβισμός και βία στο σχολείο» χρησιμοποιείται για να περιγράψει μια κατάσταση, κατά την οποία ασκείται εσκεμμένη, απρόκλητη, συστηματική και επαναλαμβανόμενη βία και επιθετική συμπεριφορά, με σκοπό την επιβολή, την καταδυνάστευση και την πρόκληση σωματικού και ψυχικού πόνου σε μαθητές από συμμαθητές τους, εντός και εκτός σχολείου.

Η εγκληματολογική έρευνα, αναφορικά με τους έφηβους παραβάτες στα σχολεία, έχει αποδείξει ότι πρόκειται κυρίως για αγόρια, μέσης ηλικίας. 

 

Οι παραβατικές παρέες των νέων σχολικής ηλικίας είναι σχετικά πολυμελείς και στελεχώνονται κυρίως με άτομα του ιδίου φύλου. Τα μέλη της παρέας προέρχονται κυρίως από το σχολείο, αλλά επίσης από τη γειτονιά, το χώρο εργασίας και τους τόπους νυκτερινής διασκέδασης. Στην παρέα μετέχουν συνήθως για να βρουν φίλους, χωρίς να έχουν συνήθως κάποιον αρχηγό ή ιεραρχική δομή, ώστε να μπορεί να γίνει λόγος για "συμμορίες ανηλίκων". 

 

Οι έφηβοι παραβάτες επιδίδονται συχνά σε αντισυμβατικές ενέργειες, όπως αγορά, πώληση και χρήση ναρκωτικών ουσιών, πρόκληση ζημιών σε σχολικό χώρο, κλοπές σε κατάστημα, επεισόδια στο γήπεδο, συμπλοκές με τρίτους, φθορές ξένης ιδιοκτησίας, κλοπές χρήσης ή εξαρτημάτων μεταφορικού μέσου, απειλές κατά συνομηλίκων, διαρρήξεις κατοικιών και αυτοκινήτων, πώληση κλοπιμαίων, κλπ. 

 

Έχει αποδειχθεί ότι ο χαλαρός έλεγχος στο πλαίσιο της οικογένειας και η έλλειψη επικοινωνίας, ανάμεσα στον γονιό και στο παιδί, ευνοούν την παραβατικότητα. Εάν λείπει αυτό το στοιχείο της επικοινωνίας με τους γονείς, αντίστοιχα το παιδί αδιαφορεί για το σχολείο και εμπλέκεται σε ομάδες άλλων νεαρών, που μπορεί να εκδηλώσουν παραβατική συμπεριφορά. 

 

Πολυετείς επιστημονικές έρευνες απέδειξαν ότι οι οικογένειες, των νεαρών παραβατών έχουν κάποια κοινά χαρακτηριστικά. Το ένα χαρακτηριστικό είναι, ότι συνήθως πρόκειται για φτωχές οικογένειες. Ωστόσο, δεν είναι μόνον η φτώχεια που προκαλεί την εγκληματικότητα. Πολύ συχνά η φτώχεια ωθεί τους νέους να ξεπεράσουν άλλους συνομηλίκους τους από εύπορες οικογένειες και να μεγαλουργήσουν. 

 

Για να υπάρξει πιθανότητα τέλεσης εγκληματικών πράξεων από ανήλικους, πρέπει να υπάρξει ένας συνδυασμός φτώχειας, εγκληματικού παρελθόντος της ίδιας της οικογένειας και έλλειψης ελέγχου των γονέων προς το παιδί. Πρέπει, δηλαδή, να συμπέσουν ταυτόχρονα τρεις παράγοντες προκειμένου να υπάρξει σοβαρή πιθανότητα να εκδηλώσει κάποιος ανήλικος παραβατική συμπεριφορά. 

 

Οι ανήλικοι με παραβατικό ιστορικό (π.χ.  τέλεση κλοπών, πρόκληση επεισοδίων στα γήπεδα και φθοράς ξένης ιδιοκτησίας), παρουσιάζουν αντίστοιχα προβλήματα στην οικογένεια και το σχολείο, με αποτέλεσμα να καταφεύγουν σε παραβατικές ομάδες, προκειμένου να αναπληρώσουν εκεί την ανθρώπινη επικοινωνία και την αναγνώριση που τους λείπει. 

 

Για να προληφθεί μια μελλοντική έξαρση της παραβατικότητας των ανηλίκων και της νεανικής βίας στο σχολικό περιβάλλον θα πρέπει -μεταξύ άλλων- να δοθούν περισσότερες ευκαιρίες στους νέους ανθρώπους, να επαναπροσδιορισθούν οι στόχοι της νέας γενιάς και να διασφαλισθούν τα μέσα για την επίτευξή τους, να μειωθεί η ανεργία των νέων, να ενσωματωθούν οι μειονοτικές ομάδες του πληθυσμού, να στηριχθούν οι θεσμοί της οικογένειας και του σχολείου και να οικοδομηθεί μια κοινωνία συνοχής και αλληλεγγύης. 

 

Μια δίκαιη και ανοιχτή κοινωνία, με ίσες ευκαιρίες για όλους._

 

Διαβάστε επίσης