Άφησαν τις οικογένειές τους και τα σπίτια τους πίσω στο Μπαγκλαντές και αναζήτησαν ένα καλύτερο μέλλον στην Ελλάδα, κάνοντας διάφορες δουλειές. Τα τελευταία χρόνια εργάζονται στις καλλιέργειες φράουλας στην βόρεια Ηλεία αλλά είχαν την ατυχία να διαμένουν στα καταλύματα της Νέας Μανωλάδας, που κάηκαν το πρωί της περασμένης Πέμπτης, με αποτέλεσμα να χάσουν τα χαρτιά τους, τα ταξιδιωτικά τους έγγραφα, ακόμα και αυτά τα λιγοστά υπάρχοντά τους. Εκείνο που δεν έχασαν όμως ήταν το κουράγιο τους και όπως μας είπαν, θα συνεχίσουν κάθε μέρα να δίνουν τον αγώνα τους.
Δύο εργάτες γης από το Μπαγκλαντές, ο Ριάζ και ο Πίσου, μιλούν στο Αθηναϊκό – Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων και περιγράφουν το πώς αγωνίζονται σε καθημερινή βάση για να έχουν μεροκάματο, ώστε να μπορούν να στέλνουν χρήματα στις οικογένειές τους. Γονείς και οι δύο, παλεύουν εδώ και χρόνια στην Ελλάδα, για να έχουν ένα καλύτερο μέλλον τα παιδιά τους. Για αυτό και παρά την καταστροφή που προκάλεσε η φωτιά, ελπίζουν ότι γρήγορα θα ξεπεράσουν τα νέα προβλήματα που κλήθηκαν να αντιμετωπίσουν.
Ο Ριάζ είναι 40 χρονών και έχει αφήσει πίσω στο Μπαγκλαντές την γυναίκα του και τα τέσσερα παιδιά του. Όπως λέει στο ΑΠΕ – ΜΠΕ, βρίσκεται στην Ηλεία εδώ και, περίπου, οκτώ χρόνια.
«Ήρθα στην Ελλάδα για να έχω δουλειά και να μπορώ να βγάζω περισσότερα χρήματα. Όμως η ζωή εδώ δεν είναι εύκολη. Δεν έχω πάντα κάθε μέρα δουλειά. Δουλεύω περίπου επτά μήνες το χρόνο στα χωράφια και με τα χρήματα που βγάζω, θέλω να βοηθώ την οικογένεια μου και να μπορούν τα παιδιά μου να πηγαίνουν στο σχολείο. Έμενα στα καταλύματα που έπιασαν φωτιά και έχασα τα χαρτιά μου. Τώρα θέλω να πάρω πάλι χαρτιά, ώστε να μην έχω πρόβλημα. Στο Μπαγκλαντές δεν μπορώ να γυρίσω, γιατί εκεί δεν υπάρχουν δουλειές. Για αυτό και θα μείνω στην Ελλάδα».
Από την πλευρά του ο Πίσου, που είναι 52 χρόνων και πατέρας δύο παιδιών, βρίσκεται στην Ελλάδα από το 1998 κάνοντας διάφορες δουλειές και τα τελευταία οκτώ χρόνια εργάζεται στις καλλιέργειες της Μανωλάδας.
Και ο Πίσου από την πλευρά του λέει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, «δεν μπορούμε να βρίσκουμε κάθε μέρα δουλειά, αλλά προσπαθούμε γιατί υπάρχει μεγάλη ανάγκη». Έτσι, συνεχίζει, «όταν δεν δουλεύω στα χωράφια, προσπαθώ να κάνω περιστασιακές δουλειές».
Οι κάτοικοι εδώ, όπως λέει χαρακτηριστικά, «μας βοηθούν» και προσθέτει, «ακόμα και όταν εργάζομαι στα χωράφια, προσπαθώ να κάνω και άλλες δουλειές τα απογεύματα, για αυτό πηγαίνω και σε άλλα χωριά, όπου δηλαδή υπάρχει η δυνατότητα να βγάλω μερικά χρήματα».
Όσον αφορά στις συνθήκες διαμονής, ο Πίσου λέει ότι «είναι δύσκολες, ενώ τώρα που κάηκαν τα καταλύματά μας, τα πράγματα δυσκόλεψαν ακόμα περισσότερο, για αυτό και περιμένουμε από το κράτος να κάνει κάτι για εμάς».
Όπως λέει στην συνέχεια, «μαγειρεύουμε μόνοι μας, ενώ κάποια παιδιά πήραν δανεικά για να αγοράσουν φαγητό».
«Το πρώτο βράδυ» προσθέτει «κοιμηθήκαμε στα χωράφια και κάναμε μπάνιο με ένα λάστιχο».
Τώρα, περιμένουν με μεγάλη αγωνία να προχωρήσουν οι διαδικασίες, ώστε να πάρουν και πάλι χαρτιά, ενώ όπως λένε στο ΑΠΕ – ΜΠΕ, «ελπίζουμε να πάρουμε και την οικονομική βοήθεια».