Ένα σημαντικό στοιχείο στην πολύκροτη υπόθεση του αναπληρωτή κοσμήτορα της σχολής Δημόσιας Υγείας Νίκου Μανιαδάκη -στο πλαίσιο της διερεύνησης του σκανδάλου Novartis- και που δεν αμφισβητείται από κανέναν (ούτε από τον ίδιο), είναι πως υπήρξε μετά τον Οκτώβριο του 2009 για πάρα πολλά χρόνια στενός σύμβουλος, τουλάχιστον των περισσότερων υπουργών Υγείας με εντολή της ίδιας της τρόικας. Παράλληλα -και αυτό δεν αμφισβητείται από κανέναν- είχε ιδιαίτερες στενές σχέσεις με τον Κώστα Φρουζή είτε με την ιδιότητα του τελευταίου ως προέδρου του Συνδέσμου Φαρμακευτικών Επιχειρήσεων, είτε ως εκπροσώπου της Novartis στην Ελλάδα. Άλλωστε σε πολλές δημόσιες παρεμβάσεις για την υγεία, όπως εκείνη της Stat Bank με θέμα «Υγεία και φάρμακο» όπου -όπως διαπιστώνει το ΑΠΕ-ΜΠΕ που έχει στη διάθεσή του τις παρεμβάσεις τους- οι απόψεις τους και αναλύσεις έδειχναν να συμπίπτουν αφού και οι δυο τους αντάλλασαν στοιχεία και φιλοφρονήσεις από το βήμα της εκδήλωσης στην κατεύθυνση ευθυγράμμισης του γενικού κλίματος για μεταρρυθμίσεις, με θέσεις που υποστήριζαν τόσο η ίδια η τρόικα όσο και μεγάλες πολυεθνικές στο χώρο του φαρμάκου στις διαπραγματεύσεις τους με την κυβέρνηση.
Ο «εκλεκτός» της τρόικας
Αξιωματούχοι που παρακολουθούν τις εξελίξεις γύρω από την υπόθεση Novartis επισημαίνουν στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ότι ακριβώς αυτές οι θέσεις του Νίκου Μανιαδάκη είναι που τον κατέστησαν ως τον «εκλεκτό» της τρόικας και η αιτία της «εμφύτευσης» του ως «στενό σύμβουλο» των περισσοτέρων υπουργών Υγείας. Οι ίδιοι αξιωματούχοι επισημαίνουν στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ακόμη ένα στοιχείο: οι μεταρρυθμίσεις σε θέματα Υγείας βρέθηκαν χρονικά στο επίκεντρο την περίοδο που η Άγγελα Μέρκελ θα επισκεφτεί για πρώτη φορά την Αθήνα.
Είναι χαρακτηριστικό ότι στο γεύμα της Γερμανίδας καγκελαρίου στις 9 Οκτωβρίου του 2012 με τον Έλληνα τότε πρωθυπουργό Αντώνη Σαμαρά και περιορισμένο αριθμό τραπεζικών στελεχών και επιχειρηματιών (12 τον αριθμό) θα παρακαθίσουν ο πρόεδρος του Συνδέσμου Φαρμακευτικών Επιχειρήσεων και για πολλά χρόνια αντιπρόεδρος της Novartis στην Ελλάδα Κώστας Φρουζής, στενός συνεργάτης του καθηγητή Ν. Μανιαδάκη αλλά και ο ίδιος ο επικεφαλής της τρόικας ...Πολ Τόμσεν.
Είναι η εποχή που το ενδιαφέρον της τρόικας και ιδιαίτερα του εκπροσώπου του ΔΝΤ Πολ Τόμσεν στον τομέα της υγείας, από τη πρώτη στιγμή έναρξης των διαπραγματεύσεων με τις ελληνικές κυβερνήσεις εστιάζεται σε τρείς παραμέτρους:
1. Με ποιο τρόπο θα καλυφθεί το δημόσιο χρέος του Δημοσίου προς τις φαρμακευτικές εταιρείες, χρέος το οποίο είχε φτάσει σε τεράστια ύψη.
2. Πώς θα εξελιχθεί και θα παγιωθεί το σύστημα τιμολόγησης των φαρμάκων καθώς η Ελλάδα αποτελεί χωρά αναφοράς για 16 χώρες, πράγμα που σημαίνει ότι όταν μειώνεται ή αυξάνεται αυθαίρετα η τιμή του φαρμάκου στην Ελλάδα μειώνεται ή αυξάνεται ταυτόχρονα και σε άλλες 16 χώρες, κάτι που είναι ιδιαίτερα σημαντικό για τις πολυεθνικές του φαρμάκου ενώ αυτό είχε ως συνέπεια και λόγω του μνημονίου την παράλληλη εξαγωγική δραστηριότητα και την επίδραση των τιμών στη διεθνή αγορά για μεγάλες φαρμακοβιομηχανίες όπως και η Novartis
3. Τι μέλλει γενέσθαι με τα αντίγραφα των φαρμάκων, τα γενόσημα όπου στην Ελλάδα δεν έγινε κατορθωτό να αυξηθεί το μερίδιο των γενοσήμων στη συνολική κατανάλωση των φαρμάκων τα οποία παραμένουν στο χαμηλότατο ποσοστό του 19% σε σχέση με άλλες χώρες που τα ποσοστά ανέρχονται άνω του 50%. Ακόμη κατέχουν 40% μερίδιο τα off patent όταν σε όλες τις χώρες τα ποσοστά τους καταρρέουν μετά την κυκλοφορία των γενοσήμων.
Για όλα τα παραπάνω ο Νίκος Μανιαδάκης είχε συγκεκριμένες απόψεις που κάθε άλλο παρά αδιάφορες θα μπορούσαν να χαρακτηρισθούν και από την Novartis. Άλλωστε με όλα τα παραπάνω θέματα εκτός από θεωρητικό επίπεδο, ως εμπειρογνώμονας τα αντιμετώπισε και όταν πέρασε ως διοικητής από το Νοσοκομείο του Ρίου αλλά και το Νοσοκομείο του Ηρακλείου. Και στις δύο περιπτώσεις η εξοικονόμηση πόρων από χρήση γενοσήμων φαρμάκων ήταν στην ημερήσια διάταξη.
Τι ακριβώς διαπραγματεύεται;
Ας σημειωθεί ότι ο κ.Μανιαδάκης συστήνεται από την τρόικα ως σύμβουλος και διαπραγματευτής όταν αποφασίσθηκε το θέμα της τιμολόγησης των φαρμάκων να περάσει από το υπουργείο Ανάπτυξης στο υπουργείο Υγείας.
Στις 16/02/2010, σε συνέντευξη Τύπου, η τότε υπουργός Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας Λούκα Κατσέλη και ο γενικός γραμματέας Εμπορίου Στέφανος Κομνηνός ανακοίνωσαν τα αποτελέσματα έρευνας τιμών των φαρμάκων. Η χώρα μας αναδείχτηκε η τρίτη ακριβότερη σε όλη την Ευρώπη. Στα δε γενόσημα ή αντίγραφα φάρμακα η τρίτη ακριβότερη παγκοσμίως.
Για τη διαχείριση των φαρμακευτικών δαπανών στην Ελλάδα (δεύτερη μετά τις ΗΠΑ σε σχέση με το ΑΕΠ) ο κ.Μανιαδάκης εμφανιζόταν λίγο αργότερα, το 2012, να υποστηρίζει ότι πρέπει το σύστημα διατίμησης των φαρμάκων να περάσει χωρίς επιπλοκές και να γίνει οικονομικά βιώσιμο. Και εννοούσε έτσι «ένα ηχηρό ναι στα γενόσημα» αλλά να ελέγχεται η τιμή με βάση τα πρωτότυπα. Και για να γίνει πιο σαφές σημείωνε: «όπως ακριβώς στη Γερμανία όπου η τιμή του γενόσημου παρασύρει και την τιμή του πρωτοτύπου». Θα πρέπει, έλεγε, να αποτελέσουν και στην Ελλάδα «κεντρικό εργαλείο» προκειμένου να εξοικονομηθούν πόροι, χωρίς όμως στην ουσία να διαταράσσουν τις τιμές των πρωτοτύπων και να ρυθμίζεται από τον ανταγωνισμό. Ωστόσο στο ερώτημα επιβολής ενός λογιστικού ελέγχου για τις παράνομες υπερτιμολογήσεις φαρμάκων και υλικών την προηγούμενη 10ετία ούτε λόγος. Και όμως, έτσι θα φαινόταν ότι οι προβλεπόμενες από τον νόμο μειώσεις γινόταν μόνο όταν το ήθελαν οι φαρμακευτικές εταιρείες, κάτι που για τον καθηγητή δεν θα έπρεπε να φανεί. Αντίθετα, η νομοθεσία προέβλεπε ότι η τιμή των φαρμάκων έπρεπε να καθορίζεται στη χώρα μας με βάση τον μέσο όρο των τριών φθηνότερων τιμών της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Όταν τέθηκε από πολλούς παράγοντες της δημόσιας υγείας, τότε, η θέση ότι ακριβώς επειδή η χώρα μας αναδείχτηκε πρωταθλήτρια στις φαρμακευτικές δαπάνες όχι μόνο από τις υψηλές τιμές αλλά και από την προκλητή υπερσυνταγογράφηση, απαιτείται συνεπώς η συνταγογράφηση των φαρμάκων και στα νοσοκομεία και τα ασφαλιστικά Ταμεία να γίνεται με τις επιστημονικές ονομασίες τους και με βάση τη δραστική ουσία και όχι με τις εμπορικές ονομασίες των ιδιοσκευασμάτων των φαρμακευτικών εταιριών, ο κ.Μανιαδάκης, ήταν αντίθετος με αυτό, καθώς όπως έλεγε η «η πρακτική» έχει δείξει ότι μπορεί να λειτουργήσει ενάντια στον ανταγωνισμό και «δεν πρέπει να θεωρείται πανάκεια το συγκεκριμένο μέτρο». Αυτή δηλαδή τη θέση που υποστήριζε και ο κ. Φραζής της Novartis αλλά και η τρόικα. «Ελάχιστες είναι οι χώρες που το εφαρμόζουν υποχρεωτικά, μόνο τρεις στην Ευρώπη», έλεγε στις τοποθετήσεις του ο κ.Μανιαδάκης. Και προσέθετε: «Υπάρχουν περιπτώσεις που η υποχρεωτική συνταγογράφηση με βάση τη δραστική ουσία οδήγησε στα αντίθετα αποτελέσματα» λέγοντας δημόσια ότι αυτό «συμβούλευε» και τους περισσότερους υπουργούς Υγείας.
Ας σημειωθεί ότι είναι η εποχή της μεγάλης διεθνούς έκτασης δικαστικής διαμάχης της Novartis με την Ινδία για το glivec, ένα φάρμακο κατά της λευχαιμίας που το πρωτότυπο στοιχίζει 2.600 δολάρια ανά ασθενή, ενώ η ίδια δραστική ουσία η (mesylate d΄imatinib) στην Ινδία διατίθεται με μόνο 200 δολάρια ανά ασθενή. Τότε πολλοί ερευνητές ζητούσαν για τη μείωση της φαρμακευτικής δαπάνης να γίνει υποχρεωτική η συνταγογράφηση με βάση τη δραστική ουσία και όχι την εμπορική ετικέτα του φαρμάκου.
Γιώργος Κουβαράς