Έχει πάντοτε ιδιαίτερο ιστορικό βάρος η αναφορά στην περίοδο της τριπλής κατοχής της χώρας μας, 1941-1944. Περίοδος η οποία σημάδεψε όχι μόνο τη νεότερη ελληνική ιστορία αλλά και την ίδια την ψυχοσύνθεση του λαού μας. Γεγονότα που γίνανε μνήμες, οι οποίες περάσανε βαθιά στις ψυχές όχι μόνο των ανθρώπων που τα ζήσανε αλλά και των επόμενων γενεών. Μνήμες που πρέπει να μείνουν άσβεστες, ειδικά στις μέρες μας όπου πολλοί θέλουν είτε να τις διαγράψουν είτε να τις θολώσουν, διαστρεβλώνοντας τα ιστορικά δεδομένα.
Η κατοχή άφησε ανεξίτηλα τα σημάδια της στη χώρα, στο κράτος και στον ελληνικό λαό. Χιλιάδες οι νεκροί και οι ανάπηροι, θύματα εγκλεισμών σε στρατόπεδα συγκέντρωσης, καταναγκασμών σε εργασία, φυλακίσεων και εκτελέσεων. Κι ακόμα, αφαίρεση και καταστροφή ιδιωτικών περιουσιών, επιδείνωση της πείνας με ραγδαίους ρυθμούς σε συνδυασμό με την καταστροφή υποδομών και εγκαταστάσεων, πολεμικού και στρατιωτικού υλικού και γενικότερα των δομών της χώρας. Εξαθλίωση της οικονομίας με καλπάζοντα πληθωρισμό οφειλόμενο εκτός των άλλων και στις αθρόες καταβολές σε μετρητά στα γερμανικά και ιταλικά στρατεύματα κατοχής, το λεγόμενο «αναγκαστικό» κατοχικό δάνειο. Επιπλέον, κλοπές αρχαιολογικών θησαυρών και εκκλησιαστικών κειμηλίων που ακόμη και σήμερα είναι δύσκολο να καταγραφούν πλήρως. Και ως αποκορύφωμα της ναζιστικής θηριωδίας, η αλυσίδα των μαρτυρικών πόλεων και χωριών της Ελλάδας.
Ως Αχαιός αλλά και δέκτης προσωπικών βιωματικών αφηγήσεων από συγγενικά μου πρόσωπα τα οποία συμμετείχαν στο κλιμάκιο του Ελληνικού Ερυθρού Σταυρού που έφτασε στα μαρτυρικά Καλάβρυτα μόλις 2-3 μέρες μετά το ολοκαύτωμα, θέλω να κάνω μια ιδιαίτερη αναφορά στη σφαγή των Καλαβρύτων, από τις πλέον ανατριχιαστικές περιπτώσεις πολεμικού εγκλήματος στην Ελλάδα, ένα από τα μεγαλύτερα εγκλήματα της Ναζιστικής Γερμανίας όπου γης. Και να επιμείνω: οι μνήμες από τη 13η Δεκεμβρίου 1943 που τιμούμε κάθε χρόνο πρέπει να μείνουν ζωντανές, όχι ως δείγμα εθνικού μίσους αλλά ως ιστορική και ανθρώπινη μαρτυρία για τα εγκλήματα του ναζισμού. Δεν τρέφουμε μίσος απέναντι στο γερμανικό λαό αλλά απέναντι στη ναζιστική ιδεολογία και κτηνωδία. Το σταματημένο ρολόι της εκκλησίας, ο ματωμένος λόφος του Καπή, το συγκλονιστικό μουσείο του ολοκαυτώματος της πόλης των Καλαβρύτων, θα είναι πάντα εκεί, διαψεύδοντας τους αναθεωρητές της Ιστορίας και καταδικάζοντας το πανανθρώπινο έγκλημα μαζί με τους εμφανείς ή καλυμμένους οπαδούς της ναζιστικής και κάθε μαύρης ιδεολογίας που σήμερα με θρασύτητα διεκδικούν να επανέλθουν από τους σκουπιδοτενεκέδες στο προσκήνιο της Ιστορίας.
Η σφαγή των Καλαβρύτων, η οποία στην πραγματικότητα δεν συνέβη μόνο στην πόλη αλλά είχε ξεκινήσει νωρίτερα σε πολλά χωριά της περιοχής, διαπράχθηκε από την 117η Μεραρχία Καταδρομών της Βέρμαχτ υπό τον Ταγματάρχη Εμπερσμπέργκερ. Σε απόρρητο τηλεγραφικό σήμα της Μεραρχίας προς το αρχηγείο της αναφέρεται ότι στην ευρύτερη περιοχή εκτελέστηκαν 696 άνθρωποι. Σύμφωνα με άλλα στοιχεία, ο συνολικός αριθμός είναι αρκετά μεγαλύτερος, περί τους 1000.
Κανένας από τους υπευθύνους της σφαγής αυτής και των άλλων εγκλημάτων δεν λογοδότησε στη δικαιοσύνη ενώ μέχρι και σήμερα δεν έχει καταβληθεί καμιά απολύτως αποζημίωση από το γερμανικό κράτος.
Η λίστα των εγκλημάτων της κατοχής στην Ελλάδα είναι μακριά και δεν εξαντλείται στις καταγραφές της διακομματικής επιτροπής της Βουλής, η οποία όμως πέτυχε, με βάση αρχειακά και άλλα στοιχεία, να αποτυπώσει το σύνολο των δυσμενών συνεπειών της.
Το πόρισμα κατηγοριοποιεί τις απαιτήσεις της Ελλάδας α) στις πολεμικές αποζημιώσεις για τις υλικές καταστροφές και διαρπαγές, β) στις πολεμικές επανορθώσεις των θυμάτων και των συγγενών τους, γ) στην αποπληρωμή του κατοχικού δανείου και δ) στην επιστροφή των κλεμμένων αρχαιολογικών θησαυρών. Επιπλέον γίνεται σαφής και ρητή αναφορά στο απαράγραπτο των ελληνικών απαιτήσεων, καθώς από πουθενά δεν προκύπτει ζήτημα παραγραφής των ελληνικών αξιώσεων.
Το θέμα των γερμανικών αποζημιώσεων δεν προσφέρεται για την άσκηση μικροκομματικής αντιπολίτευσης, παρόλο που υπήρξαν τέτοια δείγματα – κατά βάση από τη Ν.Δ. - τόσο στην Επιτροπή όσο και στην Ολομέλεια.
Το Ελληνικό Κοινοβούλιο σε κάθε περίπτωση, εκφράζοντας την ενότητα του δημοκρατικού ελληνικού λαού σε αυτό το εθνικό θέμα, κάνει ένα μεγάλο βήμα για τη διεκδίκηση των γερμανικών αποζημιώσεων. Η Ελληνική Κυβέρνηση εντέλλεται να εκκινήσει διαδικασίες διεκδίκησης σε πολιτικό, διπλωματικό και δικαστικό επίπεδο καθώς το γερμανικό κράτος έχει τη νομική, την ιστορική αλλά προπαντός την ηθική υποχρέωση να εκπληρώσει τα απαράγραπτα χρέη του απέναντι στη χώρα μας. Για τους λόγους αυτούς η Ελληνική Κυβέρνηση συντεταγμένα και συντονισμένα οφείλει στη συνέχεια να δρομολογήσει τη στρατηγική διεκδίκησης με σεβασμό στην Ιστορία της πατρίδας μας και στις μνήμες του λαού μας.