Ο προφήτης Ηλίας, ο μεγάλος αυτός προφήτης τιμάται από την Εκκλησία στις 20 Ιουλίου.
Με τη γιορτή αυτή έχουν συνδεθεί πολλές παραδόσεις και έθιμα της πατρίδος μας. Νοσταλγικοί περίπατοι και εκδρομές για να επισκεφθούν τα εκκλησάκια που στις περισσότερες περιπτώσεις είναι τοποθετημένα στις κορυφές βουνών, λαϊκά προσκυνήματα και πανηγύρια.
Πολύς κόσμος το έχει μάλιστα «τάμα» να κάνει την διαδρομή με τα πόδια ενώ πολλοί ασθενείς επικαλούνται την βοήθειά του για θεραπεία των ασθενειών τους.
Σε πολλές περιοχές, ιδιαίτερα στη Θράκη και τη Μακεδονία, ο προφήτης Ηλίας θεωρούνταν κύριος της βροχής, των βροντών και των κεραυνών. Αυτό εξηγείται από τα γεγονότα που εξιστορούνται στην Παλαιά Διαθήκη για την ξηρασία που επέβαλε ο Ηλίας και το μετά τριετία άνοιγμα του ουρανού για να ξαναπέσει βροχή. Οι χωρικοί μάλιστα της Βόρειας Θράκης, πού ήρθαν στην Ελλάδα το 1923 και εγκαταστάθηκαν κυρίως στη Μακεδονία, πρόσφεραν στον άγιο «κουρμπάνι».
Ο κίνδυνος από την κάψα του ηλίου, αλλά και από την καλοκαιρινή νεροποντή, συνδέθηκε με τον προφήτη Ηλία.
Σε αλλά μέρη της Μακεδονίας η δοξασία για την καταδίωξη του διαβόλου από τον προφήτη συναντάται παραλλαγμένη: Ο Ηλίας δεν κυνηγάει το διάβολο αλλά τη «λάμια», η οποία καταστρέφει τις καλλιέργειες του ανθρώπου. Οι χριστιανοί στη Βουλγαρία πίστευαν ότι ὁ άγιος κυνηγάει τη «λάμια» καθισμένος πάνω σε χρυσό άρμα και καταδιώκει το δράκο που τρώει τα γεννήματά τους στα χωράφια. Μόλις ο προφήτης τον δει, ρίχνει εναντίον του τους κεραυνούς.
O προφήτης Ηλίας τιμάται στην κορυφή λόφων, υψωμάτων και βουνών («στα ψηλώματα»).
Πολλές κορυφές φέρουν το όνομα του και οι περισσότερες έχουν εκκλησάκια ή εικονοστάσια αφιερωμένα σ’ αυτόν γι’ αυτό τον λόγο. Η εξήγηση για την τιμή αυτή «στα ψηλώματα» συνδέεται με διάφορες κατά περιοχές παραδόσεις του λαού.
Στην Αχαΐα διηγούνται ότι «ο Άι Λιας ήταν ναύτης, και επειδή έπαθε πολλά στη θάλασσα και πολλές φορές κόντεψε να πνιγεί, βαρέθηκε τα ταξίδια και αποφάσισε να πάει σε μέρος που να μη ξέρουν τι είναι θάλασσα και τι είναι καράβια. Βάζει το λοιπόν στον ώμο το κουπί του και βγαίνει στη στεριά. Όποιον συναντούσε τον ρωτούσε τι είναι αυτό πού βαστάει. Όσο του έλεγαν “κουπί” τραβούσε ψηλότερα, ώσπου έφτασε στην κορυφή του βουνού. Ρωτάει τους ανθρώπους που βρήκε εκεί τι είναι, και του λένε “ξύλο”. Κατάλαβε λοιπόν πως αυτοί δεν είχαν δει ποτέ τους κουπί και έμεινε μαζί τους εκεί στα ψηλά».
Σύμφωνα με παραλλαγή της παράδοσης αυτής στην Κεφαλονιά, ο άγιος είναι στις κορυφές, γιατί δεν πάτησε ποτέ στον κάμπο, ούτε σε χώμα τον θάψανε. Γυρίζει με το άρμα του στον ουρανό και μονάχα στις κορυφές στέκει και ανασαίνει. Κι όταν ζούσε, έτσι του άρεσε να βρίσκεται στα βουνά».