Σαν σήμερα στις 10 Οκτωβρίου 1963 έφυγε από τη ζωή η Εντίθ Πιάφ, η μεγαλύτερη ίσως τραγουδίστρια της γαλλικής σκηνής.
Η ερμηνεία της στο σανσόν (γαλλική μπαλάντα), που αντικατόπτριζε τις τραγωδίες της προσωπικής της ζωής, της χάρισε παγκόσμια φήμη. Μεγάλες της επιτυχίες, τα χιλιοτραγουδισμένα «La vie en rose» και «Non, je ne regrette rien».
H Eντίτ Zιοβανά Γκασιόν, όπως είναι το πραγματικό της όνομα, γεννήθηκε στις 19 Δεκεμβρίου του 1915 στο Παρίσι. Ο πατέρας της ήταν ακροβάτης δρόμου και η μητέρα της τραγουδίστρια σε καφέ. Εγκατέλειψαν αμφότεροι τη μικρή Εντίθ, η οποία μεγάλωσε με τη γιαγιά της, ιδιοκτήτρια οίκου ανοχής στη Νορμανδία.
Σε ηλικία οκτώ ετών, η Eντίθ τυφλώθηκε από μηνιγγίτιδα, ωστόσο ξαναβρήκε το φως της τέσσερα χρόνια αργότερα. Στα εφηβικά της χρόνια, την πήρε κοντά του ο πατέρας της, που εργαζόταν ως ακροβάτης σε τσίρκο, και την έβαζε να τραγουδάει για να συμπληρώνει το «νούμερό» του. Εκεί την ανακάλυψε ένας ιδιοκτήτης καμπαρέ και της έδωσε την πρώτη της δουλειά σε νυχτερινό κέντρο.
Ο ίδιος την παρότρυνε να μετονομασθεί σε Πιάφ, που στην παρισινή αργκό σημαίνει σπουργίτι.
Το 1932 ερωτεύτηκε τον Λουί Ντιπόν, με τον οποίο απέκτησε μία κόρη, τη Μαρσέλ. O Ντιπόν απαίτησε από την Πιάφ να εγκαταλείψει το τραγούδι και να βρει μία κανονική δουλειά. Οι καυγάδες ήταν συχνοί για το θέμα αυτό, με αποτέλεσμα γρήγορα οι δυο τους να τραβήξουν διαφορετικούς δρόμους. Η μικρή Μαρσέλ έζησε με τη μητέρα της, η οποία συχνά την άφηνε μόνη της, λόγω της δουλειάς της. Χωρίς ουσιαστική μητρική φροντίδα, η μικρή Μαρσέλ έφυγε γρήγορα από τη ζωή, σε ηλικία δύο χρόνων, την εποχή που η μητέρα της άρχισε να γνωρίζει τη δόξα, τραγουδώντας στα μεγαλύτερα μιούζικ-χολ του Παρισιού.
Όταν ξέσπασε ο B’ Παγκόσμιος Πόλεμος, η λεπτοκαμωμένη Εντίθ Πιάφ ήταν ήδη διάσημη. Μία φωνή που παρηγορούσε τους Γάλλους στα δύσκολα εκείνα χρόνια της εθνικής ταπείνωσης. Μετά το τέλος του πολέμου, η φήμη της ανέβηκε στα ύψη. Τα επόμενα χρόνια έκανε περιοδείες στην Ευρώπη, στη Νότια Αμερική και τις Ηνωμένες Πολιτείες. Το απλό, μα δραματικό της ύφος και η βραχνή, τρυφερή φωνή, την έκαναν παγκόσμια αγαπητή.
Στις 18 Σεπτεμβρίου 1946 η Εντίθ Πιάφ εμφανίζεται στην Αθήνα, στο «Θέατρο Κοτοπούλη». Κατά τη διάρκεια της παραμονής της στην ελληνική πρωτεύουσα, η 31χρονη τότε Γαλλίδα τραγουδίστρια γνωρίζει τον 25χρονο ηθοποιό Δημήτρη Χορν και τον ερωτεύεται σφοδρά, χωρίς όμως ανταπόκριση.
Στη συνέχεια ερωτεύεται τον πυγμάχο Μαρσέλ Σερντάν και η σχέση τους θα απασχολήσει τα πρωτοσέλιδα του τύπου. Για κακή της τύχη, ο Σερντάν θα σκοτωθεί σε αεροπορικό δυστύχημα, τον Οκτώβριο του 1949.
Το 1952 θα παντρευτεί για πρώτη φορά, τον συμπατριώτη της ηθοποιό και τραγουδιστή Ζακ Πιλς (1906-1970), με κουμπάρα τη Μάρλεν Ντίτριχ. Το ζευγάρι θα χωρίσει το 1957, χωρίς να αποκτήσει παιδιά. Στις αρχές της δεκαετίας του '60 η Εντίθ Πιάφ θα γνωρίσει τον Έλληνα κομμωτή και τραγουδιστή Θεοφάνη Λαμπούκα (1936-1970), είκοσι χρόνια μικρότερό της. Θα τον ερωτευτεί παθιασμένα και θα παντρευτούν το 1962. Η Πιάφ θα του δώσει το παρατσούκλι Τεό Σαγαπό (Theo Sarapo στα γαλλικά), με το οποίο θα γίνει γνωστός ως τραγουδιστής στο γαλλικό κοινό.
Παρά την επιτυχία της, στη ζωή της δεν κυριάρχησε το ρόδινο χρώμα. Το ιατρικό ιστορικό της περιλαμβάνει τραυματισμούς σε τροχαία, κούρες αποτοξίνωσης, επτά εγχειρήσεις και μία απόπειρα αυτοκτονίας. Άρρωστη και καταβεβλημένη, η Εντίθ Πιάφ έφυγε από τη ζωή στις 10 Οκτωβρίου 1963, προτού καν συμπληρώσει τα 48 της χρόνια.
Η Πιάφ έγραψε η ίδια ορισμένα από τα τραγούδια της («La vie en rose»), ερμήνευσε όμως και τραγούδια των Ρεμόν Ασό («Mon Legionnaire»), Μισέλ Εμέρ («L’ Accordeoniste»), Ανρί Κοντέ (Padam-padam), Ζορζ Μουστακί («Mylord»), Σαρλ Ντιμόν («Non, je ne regrette rien»), Μαργκερίτ Μονό («L’ Hymne a l’ amour», «Milord» σε στίχους Ζορζ Μουστακί), Λεό Φερέ («Les amants de Paris»).