Δύο με τρεις καφέδες την ημέρα φαίνονται, σύμφωνα με τρεις νέες επιστημονικές έρευνες, να κάνουν καλό στην καρδιά καθώς μειώνουν τον κίνδυνο για στεφανιαία νόσο, καρδιακή αρρυθμία και ανεπάρκεια, ενώ ευνοούν και τη μακροζωία.
Μάλιστα, σύμφωνα με τις έρευνες που παρουσιάστηκαν στο ετήσιο συνέδριο του Αμερικανικού Κολεγίου Καρδιολογίας, οι δύο με τρεις καφέδες την ημέρα ωφελούν τόσο τους ανθρώπους με καρδιαγγειακή νόσο όσο και εκείνους χωρίς τέτοιο διαγνωσμένο πρόβλημα στην καρδιά τους.
Πιο συγκεκριμένα, στις νέες μελέτες διαπιστώθηκε ότι ο καφές δεν δημιουργεί νέα καρδιαγγειακά προβλήματα, ούτε επιδεινώνει τα ήδη υπάρχοντα, ενώ φαίνεται να λειτουργεί και προστατευτικά.
«Επειδή ο καφές μπορεί να επιταχύνει τους παλμούς της καρδιάς, μερικοί άνθρωποι ανησυχούν ότι μπορεί να πυροδοτήσει ή να χειροτερέψει ορισμένα καρδιολογικά προβλήματα. Από αυτό μπορεί να προέλθει και μια γενική ιατρική συμβουλή να κόψει κανείς τον καφέ. Όμως τα δεδομένα μας δείχνουν ότι η καθημερινή κατανάλωση καφέ δεν πρέπει να αποθαρρύνεται, αλλά μάλλον ο καφές πρέπει να θεωρηθεί μέρος μιας υγιεινής διατροφής για τους ανθρώπους με και χωρίς καρδιοπάθεια. Βρήκαμε ότι η κατανάλωση καφέ είχε είτε ουδέτερο αποτέλεσμα, δηλαδή δεν προκάλεσε κάποια βλάβη, είτε σχετιζόταν με οφέλη για την υγεία της καρδιάς», δήλωσε ο επικεφαλής των τριών ερευνών καθηγητής ιατρικής Πίτερ Κίστλερ του αυστραλιανού Νοσοκομείου Άλφρεντ, του Καρδιολογικού Ινστιτούτου Μπέικερ και του Πανεπιστημίου της Μελβούρνης.
Η πρώτη έρευνα ανέλυσε στοιχεία για 382.535 ανθρώπους με μέση ηλικία 57 ετών και χωρίς γνωστή καρδιοπάθεια. Όσοι έπιναν δύο έως τρεις καφέδες καθημερινά, είχαν το μεγαλύτερο όφελος, περίπου 10% έως 15% μικρότερο κίνδυνο εμφάνισης στεφανιαίας νόσου, καρδιακής ανεπάρκειας, καρδιακής αρρυθμίας ή πρόωρου θανάτου από οποιαδήποτε αιτία. Ο κίνδυνος ήταν μεγαλύτερος για όσους έπιναν λιγότερους ή περισσότερους καφέδες από δύο-τρεις. Από την άλλη, ο κίνδυνος εγκεφαλικού ή θανάτου καρδιαγγειακής αιτιολογίας ήταν μικρότερος μεταξύ όσων έπιναν έναν καφέ τη μέρα.
Η δεύτερη μελέτη σε 34.279 άτομα με κάποια διαγνωσμένη καρδιαγγειακή νόσο έδειξε επίσης ότι δύο έως τρεις καφέδες τη μέρα σχετίζονταν με μικρότερη πιθανότητα θανάτου, σε σχέση με όσους δεν έπιναν καθόλου καφέ. Η κατανάλωση οποιασδήποτε ποσότητας καφέ δεν αύξανε τον κίνδυνο κολπικής μαρμαρυγής ή άλλης αρρυθμίας της καρδιάς. Όσοι είχαν ήδη αρρυθμία και έπιναν έναν καφέ τη μέρα, είχαν σχεδόν 20% μικρότερο κίνδυνο θανάτου σε σχέση με όσους δεν έπιναν κανέναν καφέ.
«Οι φίλοι του καφέ μπορούν να νιώσουν ήσυχοι να συνεχίσουν να τον απολαμβάνουν ακόμη κι αν έχουν καρδιακή νόσο», ανέφερε ο δρ Κίστλερ. Όπως είπε, «υπάρχει μια ολόκληρη γκάμα μηχανισμών μέσω των οποίων ο καφές μπορεί να μειώσει τη θνησιμότητα και να επιδράσει ευνοϊκά στην καρδιαγγειακή νόσο. Οι άνθρωποι συχνά εξισώνουν τον καφέ με την καφεΐνη, αλλά ο καφές στην πραγματικότητα περιέχει πάνω από 100 βιολογικά δραστικές ουσίες. Αυτές μπορούν να βοηθήσουν στη μείωση του οξειδωτικού στρες και της φλεγμονής, να βελτιώσουν την ευαισθησία του οργανισμού στην ινσουλίνη, να τονώσουν το μεταβολισμό, να αναστείλουν την απορρόφηση λίπους από το έντερο και να μπλοκάρουν υποδοχείς που είναι γνωστό ότι εμπλέκονται στους αφύσικους ρυθμούς της καρδιάς».
Η τρίτη μελέτη εστίασε στο αν υπάρχουν διαφορές στη σχέση καφέ και καρδιαγγειακής νόσου ανάλογα με το αν κανείς πίνει καφέ με ή χωρίς καφεΐνη, καθώς επίσης αλεσμένο ή στιγμιαίο. Διαπιστώθηκε ξανά ότι άσχετα με το είδος του καφέ, δύο έως τρεις καφέδες τη μέρα σχετίζονται με μειωμένο κίνδυνο για αρρυθμία, μπλοκάρισμα των αρτηριών ή καρδιακή ανεπάρκεια. Ο καφές «ντεκαφεϊνέ» δεν φαίνεται να μειώνει τον κίνδυνο για αρρυθμία ή καρδιακή ανεπάρκεια, αλλά μειώνει τον κίνδυνο καρδιαγγειακής νόσου. Γενικότερα, σύμφωνα με τους ερευνητές, ο καφές με καφεΐνη φαίνεται προτιμότερος.