Η γλώσσα είναι ένας κώδικας επικοινωνίας, ένα σύστημα σημείων με το οποίο τα μέλη μίας κοινότητας ανταλλάσσουν σκέψεις,, συναισθήματα, μηνύματα και πληροφορίες. Στη σύγχρονη εποχή παρατηρείται όλο και πιο έντονα το φαινόμενο της γλωσσικής ένδειας, όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά και σε όλες τις χώρες όπου κυριαρχεί η «παντοδυναμία της οθόνης».
Η νέα γενιά στη συντριπτική της πλειοψηφία δεν ξέρει να χρησιμοποιεί σωστά την ελληνική γλώσσα, τόσο στον προφορικό όσο και στο γραπτό λόγο! Παρατηρούνται συχνά όχι μόνο βαρβαρισμοί ή σολοικισμοί στον προφορικό λόγο, αλλά πληθώρα ορθογραφικών λαθών στα γραπτά κείμενά τους σε σημείο να καθίστανται δυσνόητα και δυσανάγνωστα. Στον προφορικό λόγο είναι εμφανώς περιορισμένο το εύρος των λεξιλογικών επιλογών τους.
Τα ψηφιακά μέσα και η χρήση τους από παιδιά, ακόμη και νηπιακής ηλικίας, έχουν πρωταγωνιστικό ρόλο στο φαινόμενο που καλείται «γλωσσική ένδεια», μιας και συχνά γίνονται «υποτελείς» αυτών. Και τούτο διότι η παραδοσιακή διαδικασία της γραφής με στυλό ή μολύβι και χαρτί έχει καταστεί μία άκρως κοπιαστική και ανιαρή διαδικασία για τους νέους – οι οποίοι δυσφορούν στο άκουσμα της φράσης «πρέπει να γράψεις για να μάθεις» - εξαιτίας της ευκολίας που παρέχουν οι υπολογιστές, τα κινητά και οι ταμπλέτες.
Οι νέοι ολοένα και συχνότερα γίνονται εκφραστές μίας καινοφανούς γλωσσικής πραγματικότητας που εκδηλώνεται κυρίως μέσα από χαμηλή ποιότητα λόγου και υποβάθμισης της γλώσσας, απότοκο των οποίων είναι ο περιορισμός της έκφρασης με τρόπο γλωσσικά άρτιο. Η απουσία του βιβλίου από τις ενασχολήσεις των παιδιών και των εφήβων και ο χρόνος που περνούν αδρανή και ακίνητα μπροστά σε μία οθόνη οδηγούν στο να θεωρηθεί ότι η γραφή και το βιβλίο ανήκουν στο παρελθόν και ότι είναι ξεπερασμένα και «παλιομοδίτικα».
Οι νέοι σήμερα χρησιμοποιούν έναν ιδιαίτερο γλωσσικό επικοινωνιακό κώδικα. Αυτός αλλάζει συνεχώς και περιέχει λέξεις επινοημένες από αυτούς καθώς και παραμορφωμένες εκφράσεις. Νιώθουν την ανάγκη να δημιουργήσουν μία δική τους γλώσσα για να μη γίνονται αντιληπτοί από τους ενήλικες και να αποστασιοποιούνται απ’ ό,τι τους βαραίνει. Αυτό το παιχνίδι με τις λέξεις και τις έννοιές τους λειτουργεί για τους ίδιους με εξυπηρετικό τρόπο αλλά ταυτόχρονα φθείρει την ελληνική γλώσσα, καθώς φαίνεται από την αδυναμία τους να εκφραστούν με συγκροτημένο τρόπο στο γραπτό λόγο.
Επιτακτική προβάλλει πλέον η ανάγκη να συνειδητοποιήσουμε όλοι, γονείς και εκπαιδευτικοί, ότι ο μόνος τρόπος για να έχουν τα παιδιά μας μία επιτυχημένη σχολική αλλά και επαγγελματική πορεία στη μετέπειτα ζωή τους είναι η αποδέσμευση από τη στείρα αποστήθιση και τη βαθμοθηρία, να ενεργοποιήσουμε την έμφυτη περιέργειά τους και την τάση τους για αναζήτηση. Οφείλουμε να εντάξουμε το βιβλίο στην καθημερινότητά τους και να ενθαρρύνουμε την ενασχόλησή τους με τη γραφή, και πιο συγκεκριμένα με αυτό που αποκαλούμε «δημιουργική γραφή». Η τελευταία παρέχει στα παιδιά και στους εφήβους τη δυνατότητα να πειραματιστούν και να εκφραστούν σε όλα τα είδη του αφηγηματικού λόγου με αποτέλεσμα να απογειωθεί η φαντασία τους προς όποια κατεύθυνση επιθυμεί εκείνη. Απαραίτητος, όμως, κρίνεται ο συνδυασμός της με την ανάγνωση βιβλίων, που άπτονται των ενδιαφερόντων των παιδιών, για να επέλθει η καλλιέργεια και η γραφή να αποτελέσει την αντίδραση στα κακώς κείμενα της εποχής μας!