Στις Ρίζες του Εγκλήματος - Αποκαλύπτοντας μυστήριο μέσω της γενεαλογίας

Ο ένοχος ενός εγκλήματος πρέπει να πληροί τρεις προϋποθέσεις: είχε κίνητρο, είχε τα μέσα και είχε και την ευκαιρία, όταν αυτά λείπουν η διαλεύκανση του μυστηρίου είναι σχεδόν αδύνατη.

Η Σουηδία αποτελεί εδώ και καιρό γόνιμο έδαφος για αστυνομικά δράματα,  το «Στις Ρίζες του Εγκλήματος» που προβάλλεται στο Netflix, θέλει να ξεχωρίσει, καθώς μπλέκει μια συναρπαστική έρευνα για φόνο με τον πρωτοποριακό κόσμο της γενετικής γενεαλογίας. Αυτή η σουηδική αστυνομική σειρά, βασισμένη στο αναγνωρισμένο μυθιστόρημα «Genombrottet» των Άννα Μποντίν  και Πίτερ Σιέλουντ, μας μεταφέρει στην μικρή πόλη Λινκόπινγκ της Σουηδία το 2004, όπου ένας διπλός φόνος άλλαξε για πάντα τις ζωές των κατοίκων της. Προχωρώντας 16 χρόνια μπροστά, και με την παραγραφή να βρίσκεται στα πρόθυρα της λήξης, μια ανακάλυψη ανοίγει τελικά την υπόθεση - χάρη στη σχολαστική έρευνα ενός γενεαλόγου.

Στον πυρήνα της, η σειρά εμβαθύνει στον ανθρώπινο αντίκτυπο τόσο του εγκλήματος όσο και της δικαιοσύνης. Η ιστορία ξεκινά με μια ζωντανή αναπαράσταση του εγκλήματος του 2004, παρουσιάζοντας τη βίαιη δολοφονία δύο κατοίκων σε μια ήσυχη προαστιακή γειτονιά. Η απεικόνιση του εγκλήματος δεν είναι αχρείαστη, αλλά αντίθετα στοιχειωδώς λεπτομερής, υπογραμμίζοντας την ωμή και παράλογη βία της πράξης. Οι επιπτώσεις αυτού του γεγονότος - στις οικογένειες των θυμάτων, στους αστυνομικούς που ερευνούν και στην κοινότητα - διερευνώνται με ευαισθησία σε όλη τη σειρά.

Αυτό που κάνει το «Στις Ρίζες του Εγκλήματος», να έχει κάποιο ενδιαφέρον είναι η διπλή αφηγηματική δομή του. Από τη μία πλευρά, παρακολουθεί την επίμονη προσπάθεια των διωκτικών αρχών, με επικεφαλής τον βετεράνο ερευνητή Γιον Σουντίν (τον οποίο υποδύεται με στωική σοβαρότητα ο Πήτερ Έγκερς). Καθώς τα χρόνια περνούν χωρίς κάποιο στοιχείο, η απογοήτευση και η αίσθηση αποτυχίας μεταξύ των αστυνομικών γίνεται αισθητή. Από την άλλη πλευρά, η σειρά μας συστήνει τη γενεαλόγο (Ματίας Νόρντκβιστ), του οποίου το πάθος για την αποκάλυψη των οικογενειακών συνδέσεων γίνεται το κλειδί για την επίλυση της υπόθεσης.

Η ενσωμάτωση της γενετικής γενεαλογίας στην ιστορία δεν είναι απλώς ένα αφηγηματικό μέσο, αλλά ένα έντονο σχόλιο για τη διασταύρωση της επιστήμης και της δικαιοσύνης. Η δουλειά του Περ του γενεαλόγου περιλαμβάνει τη συναρμολόγηση οικογενειακών δέντρων μέσω δημόσιων βάσεων δεδομένων DNA, αποκαλύπτοντας μακρινούς οικογενειακούς δεσμούς με τον δράστη. Η εκπομπή φροντίζει να απομυθοποιήσει αυτή τη διαδικασία χωρίς να επιβαρύνει τον θεατή με τεχνική ορολογία, καθιστώντας την τόσο προσιτή όσο και συναρπαστική.

Ενώ η επιστήμη είναι συναρπαστική, η καρδιά της ιστορίας βρίσκεται στους χαρακτήρες της. Ο γενεαλόγος Περ απεικονίζεται ως βαθιά προσηλωμένος  αλλά και επιβαρυμένος από τα ηθικά διλήμματα της δουλειάς του. Είναι ένας χαρακτήρας παγιδευμένος ανάμεσα στη συγκίνηση της ανακάλυψης και στο βάρος της αποκάλυψης αληθειών που θα μπορούσαν να καταστρέψουν ζωές. Απέναντί του ή μάλλον δίπλα του, ο Γιον αντιπροσωπεύει τον ντετέκτιβ της παλιάς σχολής, ο οποίος αρχικά αντιμετωπίζει με σκεπτικισμό τις μεθόδους του γενεαλόγου, αλλά τελικά συνειδητοποιεί τις δυνατότητές τους. Η εξελισσόμενη συνεργασία τους αποτελεί τη συναισθηματική ραχοκοκαλιά του εγχειρήματος.

Η σειρά  επίσης προσπαθεί να είναι ατμοσφαιρική, με το μελαγχολικό σουηδικό τοπίο να αντικατοπτρίζει την ένταση της ψυχρής υπόθεσης. Οι αναδρομές στο 2004 συνδυάζονται  με τη σημερινή αφήγηση, προσφέροντας αναλαμπές από τις τελευταίες στιγμές των θυμάτων και τα αρχικά στάδια της έρευνας.

Το «Στις ρίζες του εγκλήματος», χωρίς να τα καταφέρνει, δεν σκοπεύει να είναι απλώς ένα αστυνομικό δράμα αλλά και  ένας διαλογισμός για την αδυσώπητη αναζήτηση της αλήθειας και την ηθική πολυπλοκότητα της χρήσης προσωπικών δεδομένων για την εξιχνίαση εγκλημάτων. Με συμπαθητικές ερμηνείες, ένα κάπως ρηχό εν τέλει σενάριο και μια καινοτόμο, αλλά αναξιοποίητη  υπόθεση, θέλει να  αναζωογονήσει το είδος, αλλά το εγχείρημα μένει ανολοκλήρωτο, ενώ παράλληλα η σειρά σκοπεύει να προσφέρει  μια βαθιά ανθρώπινη ιστορία απώλειας, επιμονής και δικαιοσύνης αλλά η προσπάθεια μένει ημιτελής, αποσπασματική και επιφανειακή. Πάντως και το «Στις ρίζες του εγκλήματος», μας βεβαιώνει, ακόμα μια φορά, ότι  ποτέ κανένα έγκλημα δεν μπορεί να δικαιολογηθεί με λογικά επιχειρήματα.