του Διονύση Γ. Γράψα, ιστορικού
Στην Περιφέρεια Δυτικής Ελλάδας και ειδικά στον Δήμο Πατρέων, η κεντροαριστερά παραμένει κοινωνικά παρούσα και ιδεολογικά κυρίαρχη σε σημαντικά τμήματα της τοπικής κοινωνίας. Η ιστορική σύνδεσή της με τους αγώνες των εργαζομένων, τα πανεπιστήμια, τους νέους επιστήμονες και τους «μη προνομιούχους» της περιοχής την καθιστά σημείο αναφοράς για μεγάλο μέρος των πολιτών. Ωστόσο, πολιτικά παρουσιάζεται αδύναμη, κατακερματισμένη, την στιγμή που αδυνατεί να αποτελέσει πόλο που να εμπνέει και να κινητοποιεί. Εδώ και αρκετό χρονικό διάστημα αρκείται σε αξιοπρεπείς ήττες και σε βελούδινους διχασμούς που γίνονται ευπρόσδεκτοι από τους αντιπάλους της.
Είναι σαφές πως η κατάρρευση των εκλογικών μηχανισμών του ΠΑΣΟΚ, τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια έχουν οδηγήσει στις παραπάνω αποθαρρυντικές διαπιστώσεις. Μία κάστα ανθρώπων που διαχειρίστηκε την τοπική εξουσία αλλά και συμμετείχε στην κεντρική, έχει κουραστεί και έχει κουράσει. Την ίδια στιγμή ο ευρύτερος χώρος, μη έχοντας προσανατολισμό, αρνείται να προτάξει μια ρεαλιστική, προοδευτική εναλλακτική απέναντι στη συντηρητική διαχείριση αλλά και τη μονοθεματική ρητορική του τοπικού ΚΚΕ, με αποτέλεσμα να αναλώνεται σε αποσπασματικές κινήσεις και ευκαιριακές συμμαχίες.
Η κοινωνική βάση φαίνεται να υπάρχει, αλλά δεν ενεργοποιείται. Οι νέοι, οι άνεργοι, οι επισφαλώς εργαζόμενοι και οι προοδευτικοί πολίτες αναζητούν έκφραση και σχέδιο, όχι απλώς διαχείριση. Η στήριξη στη «Λαϊκή Συσπείρωση» και τα θηριώδη ποσοστά του Νεκτάριου Φαρμάκη επιβεβαιώνουν του λόγου το αληθές. Ως εκ τούτου η κεντροαριστερά οφείλει αυτή τη στιγμή να επαναπροσδιορίσει τον ρόλο της: να μιλήσει με ειλικρίνεια για τις προκλήσεις της εποχής, να ακούσει την κοινωνία, να ανανεώσει τα πρόσωπα ριζικά και κυρίως να δημιουργήσει ένα συνεκτικό όραμα. Που θα εκφράζει τους απλούς ανθρώπους που εδώ και τριάντα και πλέον χρόνια δεν έχουν βρει απαντήσεις ούτε στην αποβιομηχάνιση, ούτε στην οικονομική κρίση ενώ ακόμα μετράνε πληγές από την πανδημία.
Ο Ρίτσαρντ Νίξον την δεκαετία του 1960 που ο δικαιωματισμός με τα παιδιά των λουλουδιών γνώριζε μεγάλη απήχηση, όπου κι αν κατέβαινε, έχανε. Ωστόσο, φθαρμένος από την διαχείριση της εξουσίας και μετά από απανωτές ήττες, στόχευσε στην εκπροσώπηση μιας «σιωπηρής πλειοψηφίας» που διαφωνούσε με όλα όσα γίνονταν και είτε έμενε αμέτοχη είτε αποστρεφόταν τα κοινά. Και φυσικά οδηγήθηκε σε μια ιστορική πολιτική επιστροφή που μέχρι τότε ελάχιστοι προεξοφλούσαν.
Το ίδιο οφείλει να κάνει και η κεντροαριστερά στην ευρύτερη περιοχή. Ειδάλλως θα βλέπει τα τρένα να περνούν και να μην μπορεί να επιβιβαστεί σε κανένα. Αν ποτέ βέβαια εμφανιστεί ξανά τρένο στην περιοχή…