Εν μέσω μίας ακραία αρνητικής εικόνας της οικονομίας όπου η ανάγνωση κάθε νέου δείκτη επιβεβαιώνει μία συνεχιζόμενη υφεσιακή κατάσταση –παρά τις περί του αντιθέτου προβλέψεις– διαμορφώνεται έντονα μία τάση που αναδείχθηκε ως αδυναμία καταβολής φόρων και εισφορών από τους πολίτες, μεταλλάσσεται όμως σε παθητική αδιαφορία για τις συνέπειες που προκύπτουν από την αδυναμία τους αυτή. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε το γεγονός πως πρόσφατα σήμανε συναγερμός στο οικονομικό επιτελείο από τα στοιχεία της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων που δείχνουν ασφυξία στους φορολογούμενους.
Τα στοιχεία που δείχνουν εκτίναξη των ληξιπρόθεσμων οφειλών τον Σεπτέμβριο κατά 1,3 δις ευρώ, είναι αυτά ακριβώς που διαμορφώνουν το εκρηκτικό οικονομικό και κοινωνικό πρόβλημα που προκαλεί η άνευ στόχευσης υπερφορολόγηση. Αν δε συνυπολογίσουμε τις πιθανές επιπτώσεις από την αδυναμία/άρνηση των πολιτών να «λειτουργήσουν» σε ενδεχόμενή μείωση του αφορολογήτου –όπως αναφέρεται έντονα τελευταία– γίνεται αντιληπτός ο λόγος που η έξοδος από το καθοδικό σπιράλ της οικονομίας φαντάζει ως ουτοπία.
Κάθε μορφής αντίδραση που παρατηρείται, έχει εμφανή στοιχεία δυσφορίας προς την εφαρμοζόμενη πολιτική. Εν μέσω κρίσης όμως και ψυχανάλυσης των επιπτώσεων της φτωχοποίησης του πληθυσμού δεν θα πρέπει να γίνει το λάθος να θεωρηθεί πως ακραίες αντιδράσεις όπως καταλήψεις χώρων, πανεπιστημίων, βανδαλισμοί εκκλησιών, μολότοφ αποτελούν τη μοναδική κλασική αντίδραση οργής όσων αισθάνονται ότι μειώνονται τα όρια της «ψυχολογικής ζωής» τους. Υπάρχουν τα αφανή στοιχεία δυσφορίας, όπως η άρνηση προσαρμογής τήρησης των υποχρεώσεων ενός εκάστου σε μία γενικευμένη κατάσταση πορείας προς το αβέβαιο άγνωστο. Μία τέτοια μοιρολατρική θεώρηση –πρωτόγνωρη μέχρι σήμερα– δεν μπορεί να μη θεωρηθεί αντίστοιχα και ως μία αντίδραση αδυναμίας και αντίστασης ταυτόχρονα.
Η εντεινόμενη αδυναμία ή και άρνηση των πολιτών να αποδεχθούν τη φορολογική τους υποχρέωση και να μη στηρίζουν τη φοροδιαφυγή απέναντι σε ένα κατά τα άλλα αναξιόπιστο Κράτος μεγεθύνοντας το πρόβλημα συγκέντρωσης εσόδων στα δημόσια ταμεία, από μόνη της θα μπορούσε να κατηγοριοποιηθεί ως μία «υφέρπουσα» εξέγερση εχόντων και μη. Η άγνοια κινδύνου δε από όσους υποπίπτουν στο ατόπημα δεν αντιπροσωπεύει τίποτα περισσότερο από την αναισθησία (ψυχαναλυτική προσέγγιση) μπροστά στον κίνδυνο. Την αποχαύνωση εμπρός στο φάσμα της προσωπικής και επιχειρηματικής επιβίωσης με κάθε κόστος. Μία κατάσταση που δεν απέχει πολύ από το σύνδρομο της πόλης Marienthal στην Αυστρία του 30΄, όπου ουδείς αντιδρούσε στην πλήρη φτωχοποίηση και ανυπαρξία του ...αύριο. Ουδείς ενδιαφερόταν για τις υποχρεώσεις και τους τύπους ή είχε την αίσθηση της ανάγκης ρύθμισης της ζωής του και επανεκκίνησης για τον απλούστατο λόγο ότι δεν επείθετο ότι υπάρχει λύση.
Μήπως λοιπόν η οικτρή οικονομική κατάσταση των δημοσίων οικονομικών δεν αναμένεται να βελτιωθεί γιατί πολύ απλά ο πολίτης δεν έχει κίνητρο ή δεν του δίνεται το κίνητρο να πεισθεί ότι έχει τη δυνατότητα να προσβλέπει σε μία καλύτερη κατάσταση; Έχοντας αφομοιωθεί από μία νέα φάση κοινωνικού και ψυχολογικού «κανιβαλισμού» είναι δύσκολο να προσαρμοσθεί σήμερα στην ιδέα πως η φοροδιαφυγή ή η μη αναζήτηση αποδείξεων δεν αποτελεί διέξοδο εξυγίανσης των οικονομικών της χώρας. Πώς να πεισθεί όταν, εκτός των άλλων, μετά από θυσίες επτά ετών (συνειρμική η επταετία), μαθαίνει πως το χρέος που κάποιοι τον ενημέρωναν ότι είναι βιώσιμο, σήμερα του παρουσιάζουν πως χρειάζεται κούρεμα και αναδιάρθρωση; Πώς να πεισθεί όταν κάποτε το ΔΝΤ κλήθηκε για να «σώσει», ενώ σήμερα οι ίδιοι οι «σωτήρες» διατείνονται ότι τα είχαν κάνει όλα λάθος υπό το βάρος «πολιτικών πιέσεων»; Πώς να πεισθεί όταν βλέπει καθημερινά τον φαύλο κύκλο μίας συνεχώς διογκούμενης «μαύρης τρύπας» στην οικονομία;
Μπορεί οι συνθήκες στο Marienthal να αναλύθηκαν κατά την κρίση του ’30. Δυστυχώς, όμως, στη χώρα μας φαίνεται πως οι πολίτες περνούν σε κατάσταση κοινωνικής «αποχαύνωσης» 86 χρόνια μετά. Κατάσταση που δύσκολα αντιστρέφεται με αστυνόμευση, πρόστιμα ακόμα και φυλακίσεις. Στην αναζήτηση της λύσης θα πρέπει το παλαιό «σύστημα» κάνοντας την ενδοσκόπησή του να αποδεχθεί την αποτυχία του με γενναιότητα και προετοιμάζοντας το έδαφος για το νέο να... αποχωρήσει. Όσοι ευθύνονται για τα λάθη του παρελθόντος δύσκολα μπορούν νηφάλια να προωθήσουν τις αναγκαίες λύσεις που στην ουσία θα τους... εξέθεταν. Οι πολίτες το γνωρίζουν πλέον καλά αυτό και... αναμένουν.