Συγκέντρωση για τη δολοφονία του Ζακ Κωστόπουλου οργανώνουν τα μέλη αντιεξουσιαστικής ομάδας στην Πάτρα.
Σήμερα στις 12:00 το μεσημέρι στην Εστία του Πανεπιστημίου.
Διαβάστε την ανακοίνωση:
Ο Ζακ είναι ένα ακόμα θύμα του ταξικού/κοινωνικού πολέμου που βιώνουμε
Την Παρασκευή 21 Σεπτεμβρίου ο 33χρονος Ζακ Κωστόπουλος βρίσκεται εγκλωβισμένος μέσα στο κοσμηματοπωλείο/ενεχυροδανειστήριο Di Angelo στην οδό Γλάδστωνος, στην Ομόνοια. Ο ιδιοκτήτης, ΕυάγγελοςΔημόπουλος, που την ώρα εκείνη απουσίαζε, τον βρίσκει να προσπαθεί να σπάσει την πόρτα, που έχει κλείσει αυτόματα, για να διαφύγει. Σε βίντεο που κυκλοφορεί τις επόμενες ώρες, ο Ζακ φαίνεται καταβεβλημένος και ανήμπορος. Μην μπορώντας να παραβιάσει την πόρτα κι ενώ ο ιδιοκτήτης της επιχείρησης του εκτοξεύει διάφορα αντικείμενα, προσπαθεί να διαφύγει από τη βιτρίνα. Ο ιδιοκτήτης μαζί με τον Θάνο Χορταριά, ιδιοκτήτη μεσιτικού γραφείου στη γειτονιά και γνωστό για τη σχέση του (μέλος και εκπρόσωπος τύπου) με την εθνικιστική οργάνωση «Πατριωτικό Μέτωπο», αρχίζουν τότε να κλωτσάνε σπασμένα γυαλιά στα μούτρα του 33χρονου, να τον κλωτσούν στο κεφάλι και στο σώμα με αγριότητα κι όλα αυτά μπροστά στα μάτια ενός κοινού που πλην ελαχίστων, απλά παρακολουθούν ένα συνάνθρωπό τους να βασανίζεται. Τη σκυτάλη παίρνουν οι «νόμιμοι» εκφραστές της βίας, οι μπάτσοι, που τον ξυλοκοπούν και του περνούν χειροπέδες, ενώ είναι αιμόφυρτος και αναίσθητος. Αιτία για όλα αυτά το ότι, σύμφωνα με τον κοσμηματοπώλη, μπήκε να κλέψει κρατώντας μαχαίρι, ενώ σύμφωνα με μια άλλη εκδοχή, μπήκε στο κοσμηματοπωλείο για να αποφύγει έναν καυγά. Σε κάθε περίπτωση το γεγονός είναι ένα. Ο Ζακ πεθαίνει λίγη ώρα αργότερα, αλυσοδεμένος, κατά τη μεταφορά του στο νοσοκομείο, δολοφονικά χτυπημένος από φιλήσυχους πολίτες που ένιωσαν να απειλείται η ιδιοκτησία τους και μπάτσους που ακολούθησαν την «προβλεπόμενη διαδικασία».
Τα ηνία αναλαμβάνουν τα ΜΜΕ που έρχονται να πιάσουν το γεγονός εκεί ακριβώς που το αφήσαν οι δύο δολοφόνοι, καθώς και οι μπάτσοι που επενέβησαν και το κοινό που παρακολουθούσε. Μέσω του αδιαφιλονίκητου ρόλου τους ως βασικός έμπορος πληροφορίας και θεάματος αναπλάθουν την πραγματικότητα για να τη φέρουν στα μέτρα μιας κυρίαρχης ρητορικής: «Μπήκε με μαχαίρι», «Ναρκομανής σε κατάσταση αμόκ». Έτσι οριοθετείται σε πρώτη φάση η ίδια η πραγματικότητα, η οποία ξεκινά από την ιδιοκτησία του καταστηματάρχη και τελειώνει στην ποινικοποίηση ηθικά αλλά και νομικά της εισβολής σε αυτήν. Άρα το ερώτημα που τίθεται στο κοινωνικό πεδίο είναι κατά πόσο υφίσταται ή όχι το δικαίωμα στην αυτοδικία, η οποία, τι να κάνουμε καμιά φορά μπορεί να οδηγήσει και στο θάνατο. Σε δεύτερο χρόνο έρχονται στο προσκήνιο οι υπόλοιπες ταυτότητες του Ζακ: οροθετικός, ομοφυλόφιλος, drag queen, οι οποίες υπό το ίδιο πρίσμα του θεάματος θα επεκτείνουν το ερώτημα, αντλώντας από τα πιο αντιδραστικά και αλλοτριωμένα κομμάτια του κοινωνικού συνόλου. Μπροστά από την ταυτότητα του «πρεζάκια ληστή» στα ειδησεογραφικά πάνελ θα μοστράρει ο «ομοφυλόφιλος, οροθετικός» δίνοντας μια νέα διάσταση στην μέχρι τώρα “αποτρόπαια και αποκρουστική” πράξη της υποτιθέμενης ληστείας. Παράλληλα με το επίμαχο βίντεο της δολοφονίας προβάλλονται συνεντεύξεις του κοσμηματοπώλη και διεξάγονται αισχρά γκάλοπ με ερωτήματα όπως το «τι θα έκανες εσύ αν ήσουν ο κοσμηματοπώλης» της Τατιάνας Στεφανίδου ή το «είστε υπέρ της ηρωποιήσεως του επίδοξου ληστή, ομοφυλόφιλου και οροθετικού» του Γιώργου Καρατζαφέρη. Το παζλ του κανιβαλισμού θα έρθει να συμπληρώσει ακροδεξιά ομάδα που έκανε μια, προβαλλόμενη στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, “παρέμβαση αλληλεγγύης στον πατριώτη κοσμηματοπώλη - παράσταση διαμαρτυρίας” έξω από το κοσμηματοπωλείο, δίνοντας το σύνθημα πως τα μιάσματα (κατ’αυτούς ομοφυλόφυλοι, αναρχικοί, ναρκομανείς κλπ) δεν είναι αναγκαία σε αυτόν τον κόσμο.
Ο ρόλος που επιτελεί το θέαμα κοινωνικά δεν είναι απλώς μια άμεση προβολή των γεγονότων, είναι η ίδια η μεταστροφή της πραγματικότητας, η ανεστραμμένη αναπαράστασή της. Και μέσα από την αντικειμενοποίηση της πραγματικότητας μεταποιούνται και οι κοινωνικές σχέσεις, τα άτομα γίνονται παθητικοί δέκτες οπτικών ερεθισμάτων.Το περιστατικό της απόπειρας αυτοκτονίας ενός ανθρώπου στην Ομόνοια λίγες μέρες μετά τη δολοφονία του Ζακ, με το πλήθος από κάτω να αναμένει με τα κινητά και τις κάμερες ανα χείρας αλλά και τα χαμόγελα στο πρόσωπο φανερώνει με τον πιο γλαφυρό τρόπο τη δύναμη που φέρει το θέαμα. Σε αυτό το πλαίσιο, το κράτος έρχεται να ισχυροποιήσει τη δική του θέση, αυτή του ρυθμιστή των κοινωνικών σχέσεων, του μοναδικού διαχειριστή και κατόχου του μονοπωλίου της βίας, του εγγυητή του νόμου και της τάξης. Το ιδεολόγημα της ακόμα περισσότερης αστυνόμευσης, έρχεται να απαντήσει στην κυρίαρχα κατασκευασμένη ανάγκη για ησυχία, τάξη και ασφάλεια, στην υποτιθέμενη επιθυμία των νομοταγών πολιτών, έτσι ώστε να μπει ένα τέρμα στην εγκληματικότητα. Να καθαρίσει το κέντρο της Αθήνας από τους περιθωριακούς, τα πρεζάκια, τους οροθετικούς, τους μετανάστες, τους μικροπαραβατικούς, τους μη παραγωγικούς, ώστε να κυκλοφορήσουν οι κανονικοί, οι φιλήσυχοι, οι καταναλωτές.
Ο Ζακ, γνωστός και ως Zackie Oh, όπως ήταν το όνομα της ντραγκ κουίν περσόνας του, ήταν γκέι, οροθετικός, τοξικοεξαρτημένος και ακτιβιστής της ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητας. Ο ίδιος είχε γευτεί ουκ ολίγες φορές τη βία όντας κομμάτι του “κοινωνικού περιθωρίου” και επέμενε να αγωνίζεται ενάντια στην αορατότητα και την περιθωριοποίηση που επιβάλει η κυριαρχία σε όσες αποκλίνουν από τις κοινωνικές της νόρμες.
Όποιες και αν ήταν οι ταυτότητες που έφερε ο Ζακ και ανεξαρτήτως της δημοσιότητας που έλαβε η δολοφονία του λόγω του βίντεο που κυκλοφόρησε αλλά και του ποιός ήταν δεν αποτελεί ξεχωριστό και μεμονωμένο περιστατικό. Το ιερό δικαίωμα στην ιδιοκτησία δεν μπορεί να απειλείται ούτε κατά υπόνοια και η επίθεση του καταστηματάρχη ήταν η υπεράσπιση αυτού του ιερού. Η καπιταλιστική κοινωνία δομείται γύρω από την ιδιοκτησία, τρέφει και καλλιεργεί θρησκευτική λατρεία για αυτήν και τα καταστήματα, τα κοσμηματοπωλεία, τα εργοστάσια, οι τράπεζες είναι ναοί της. Τα αφεντικά, οι από τα πάνω αυτού του κόσμου, θα κάνουν τα πάντα για να την προστατέψουν, με αστυνομίες και στρατούς, αυτοδικώντας οι ίδιοι, προσλαμβάνοντας σεκιουριτάδες, μπράβους. Το δικαίωμα της ιδιοκτησίας έτσι όπως νοείται στο καπιταλισμό, είναι η δυνατότητα του αφεντικού να αντλεί υπεραξία από την εργασία άλλων, να πατήσει επί πτωμάτων για να κερδίσει. Υπό αυτό το πρίσμα, η δολοφονία στην οδό Γλάδστωνος ήταν μέρος του ευρύτερου ταξικού πόλεμου που μένεται καθημερινά. Του πόλεμου που έχουν εξαπολύσει οι από τα πάνω στους από τα κάτω. Του ίδιου πόλεμου που φέρνει ένα τεράστιο κομμάτι του πληθυσμού παγκοσμίως στην εξαθλίωση.
Στον ελλαδικό χώρο βιώνουμε τα τελευταία χρόνια την όξυνση της καπιταλιστικής επίθεσης με τις απολύσεις, τη φτωχοποίηση, τις ασφυκτικές συνθήκες εργασίας, την ευρύτερη λεηλασία του φυσικού κόσμου, τους πλειστηριασμούς πρώτης κατοικίας, τους μισθούς πείνας και παράλληλα την καταστολή κάθε κοινωνικής αντίστασης, τις εκκενώσεις των καταλήψεων, την επίθεση στα κέντρα αγώνα, στην ποινικοποίηση δεκάδων αγώνων (με αυτή των κατοίκων των Σκουριών να αποτελεί χαρακτηριστικό παράδεγμα) τη διεύρυνση στη οντότητα και την εφαρμογή των τρομονόμων. Επιπλέον, σε διεθνές επίπεδο, και χωρίς να πάμε μακριά, εδώ στην ευρύτερη “γειτονιά” μας, κράτος και κεφάλαιο γεννούν πολέμους με το σωρό, στρατόπεδα συγκέντρωσης μεταναστών, στρατιωτικές επεμβάσεις, δικτατορικά καθεστώτα, συστηματική και καθολική υποτίμηση της ανθρώπινης ζωής. Είναι ξεκάθαρο, για να επιβιώσει αυτό το σύστημα είναι αναγκαίο να περάσει από πάνω μας.
Σε αυτόν τον ταξικό πόλεμο, που ζούμε καθημερινά όλο και πιο έντονα, σημαντικό εργαλείο της κυριαρχίας είναι η καλλιέργεια του κοινωνικού κανιβαλισμού, της διάχυσης της βίας μεταξύ των καταπιεσμένων, κομμάτι του οποίου είναι και η δολοφονία του Ζακ. Είναι ο τρόπος με τον οποίο δαιμονοποιείται η μη κανονικότητα ώστε διάφορες κοινωνικές ομάδες να αλληλοσπαραχθούν. Είναι μια σαφής εφαρμογή του “διαίρει και βασίλευε”. Είναι κομμάτι της διεθνούς άνοδου του συντηρητισμού και της ακροδεξιάς, όπως γίνεται προφανές κι από τη ρητορική τους. Οι μετανάστες φταίνε για την ανεργία, οι μετανάστες και οι γκέι φταίνε για την υπογεννητικότητα, οι μετανάστες, οι τσιγγάνοι και τα πρεζάκια φταίνε για την εγκληματικότητα, οι απεργιές φταίνε για την έλλειψη ανάπτυξης κλπ. Με τον τρόπο αυτό το κράτος και το κεφάλαιο ορίζουν τον εσωτερικό εχθρό κι ενθαρρύνουν τους αυτόκλητους σερίφηδες, τους κάθε λογής ρουφιάνους, τους φασίστες με προβιά αγανακτισμένου πολίτη ή χωρίς, να συνδράμουν στο έργο του ελέγχου των από τα κάτω, ελπίζοντας ότι κάποια στιγμή θα γίνουν κι οι ίδιοι αφεντικά. Ας μη γελιόμαστε, σε αυτό τον πόλεμο κάποιοι έχουν πάρει θέση δίπλα στα αφεντικά και για αυτούς αρκεί ένα φαντασιακό προσωπικής ανέλιξης ή έστω η πεποίθηση μιας ευνοϊκής αντιμετώπισης από τους σύγχρονους άρχοντες. Με αυτόν τον τρόπο αποδεικνύουν έμπρακτα πόσο πολύ θέλουν και πασχίζουν να ανήκουν στην κάστα των κυρίαρχων, των εξουσιαστών, των αφεντικών που δικαιούνται να έχουν και να ορίζουν, σε βάρος όσων “περισσεύουν”.
Όλα τα παραπάνω όπως και η “καταδίκη της βίας από όπου κι αν προέρχεται" δεν είναι τίποτα άλλο από ιδεολογήματα που έρχονται να συμπληρώσουν το παζλ και να συνδράμουν στην υπεράσπιση των κυρίαρχων συμφερόντων. Στο ζήτημα περί ναρκωτικών που είναι ένα από όσα προβλήθηκαν αυτές τις μέρες στο δημόσιο λόγο, πρέπει να σταθούμε πέρα από όλα τα άλλα και στον τρόπο με τον οποίο κράτος και νομοταγείς πολίτες αντιμετωπίζουντους εμπόρους ναρκωτικών (ιδιαίτερα όταν τυχαίνει να είναι ευυπόληπτοι μεγαλέμποροι, πλούσιοι και ισχυροί, βλ.Μαρινάκης) που ειναι εκ διαμέτρου αντίθετος με τον τρόπο που αντιμετωπίζουν τους τοξικοεξαρτημένους, δηλαδή σαν μιάσματα που η ζωή τους δεν έχει αξία και δέρνονται, φυλακίζονται, βασανίζονται. Αντίστοιχα εκ διαμέτρου αντίθετος είναι ο τρόπος αντιμετώπισης κάθε ισχυρού σε αντιδιαστολή με καθένα/μία που βρίσκεται από τα κάτω. Για άλλη μία φορά αναδεικνύεται η ταξικότητα της δικαιοσύνης. Όσοι ευθύνονται για την εκμετάλλευση, την καταστολή, τη φτωχοποίηση, μένουν στο απυρόβλητο, και δε θα μπορούσε να γίνεται και αλλιώς αφού αποτελούν μέρος του εθνικού κεφαλαίου, της εθνικής επιχειρηματικότητας, του κράτους, σάρκα από τη σάρκα του εξουσιαστικού κόσμου. Ιδιαίτερα για το ζήτημα των ναρκωτικών, το ίδιο το κράτος, οι μπάτσοι, το δικαστικό σύστημα τροφοδοτούν και συντηρούν κατά το δοκούν τη διακίνησή τους, με τις ανάλογες απολαβές. Επίσης, διαχρονικά σε ιδαίτερα οξυμένες ριζοσπαστικές περιόδους, τα ναρκωτικά (ιδιαίτερα τα λεγόμενα “σκληρά”) έχουν χρησιμοποιηθεί για την καταστολή των κινημάτων.
Απέναντι στο ζόφο και τη βαρβαρότητα, τον φόβο και την απογοήτευση να αντιτάξουμε καθημερινά τον αγώνα για ένα άλλο κόσμο. Έναν κόσμο αλληλεγγύης και ελευθερίας. Έναν κόσμο απαλλαγμένο από ιεραρχία, εξουσία, κανιβαλισμό, εκμετάλλευση και εξαθλίωση. Έναν κόσμο που δε θα προωθεί ως λύσεις των κοινωνικών προβλημάτων τη ρουφιανιά, τη δολοφονία όσων διαφέρουν ή μας χαλάνε τη μόστρα και τον «εκδημοκρατισμό» της αστυνομίας. Και απέναντι σε αυτό το σύστημα που θέτει την αξία της ιδιοκτησίας πάνω από την ανθρώπινη ζωή, που αν δε μας σκοτώσει κι εμάς το σίγουρο είναι ότι θα προσπαθήσει να μας ξεπατρέψει κοινωνικά και πνευματικά, θα απαντάμε πάντα ως εξής: η διάλυση του είναι η μόνη υπαρκτή λύση. Συλλογικοί κοινωνικοί και ταξικοί αγώνες, ενάντια σε κράτος και κεφάλαιο μέχρι την ολική απελευθέρωση, μέχρι το πέρασμα σε μια ελευθεριακή κοινωνία αλληλοβοήθειας και κοινοκτημοσύνης.
Φτώχεια, εξαθλίωση και κανιβαλισμός, αυτό είναι το κράτος και καπιταλισμός.
Ένας άλλος πόλεμος είναι εφικτός, ταξικός, κοινωνικός, αντικρατικός.
Ανοιχτή Συνέλευση Αναρχικών Πάτρας / Κάθε Δευτέρα 19.00 στο Παράρτημα
[email protected] / asapatras.espivblogs.net