Τις μεταμνημονιακές δεσμεύσεις της προηγούμενης κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ, υλοποιεί ο προϋπολογισμός του 2020, τόνισε στην τοποθέτησή του ο γενικός εισηγητής του ΚΚΕ, Νίκος Καραθανασόπουλος.
Ο προϋπολογισμός της ΝΔ δεν κάνει τίποτα άλλο παρά να εξειδικεύει τα μεγέθη του Μεσοπρόθεσμου Προγράμματος, που είχε ψηφίσει η προηγούμενη κυβέρνηση είπε ο κ. Καραθανασόπουλος και συνέχισε: Ο νέος προϋπολογισμός αποδέχεται τη λογική της ενισχυμένης εποπτείας και τα «ματωμένα» πρωτογενή πλεονάσματα 3,5% και για το 2020, τα οποία φτάνουν μέχρι το 2060. Αυτά τα πλεονάσματα προέρχονται από την υπέρμετρη φορολόγηση των λαϊκών στρωμάτων, ενώ έχουν ως αποτέλεσμα τη συνολικότερη επιδείνωση της θέσης των ίδιων των λαϊκών στρωμάτων.
Χαρακτήρισε επίσης, ακόμα πιο άδικο τον προϋπολογισμό της ΝΔ, καθώς με την φορολογική μεταρρύθμιση αυξάνει τα φορολογικά έσοδα. Όσο για τις πηγές αυτής της αύξησης, είπε ότι είναι από την «αντιλαϊκή, άδικη, έμμεση φορολογία», από την αύξηση του ΕΝΦΙΑ λόγω της αλλαγής των αντικειμενικών αξιών, παρά την πρόσφατη μεσοσταθμική μείωση του, και από την αύξηση των φόρων στα φυσικά πρόσωπα, παρά τη μείωση του εισαγωγικού συντελεστή. Οι μόνοι που ωφελούνται είπε ο κ. Καραθανασόπουλος είναι τα νομικά πρόσωπα. Πρόκειται κυρίως για τους μεγάλους επιχειρηματικούς ομίλους που ήδη λειτουργούν σε συνθήκες φορολογικής ασυλίας, όπως το εφοπλιστικό κεφάλαιο, και φοροαποφυγής.
Όπως σημείωσε ο κ. Καραθανασόπουλος, ο κρατικός προϋπολογισμός καταγράφει και προσπαθεί να υλοποιήσει, να χρηματοδοτήσει τις προτεραιότητες της αστικής τάξης που μπορεί να άλλαξε η κυβέρνηση όμως, οι προτεραιότητες της παραμένουν οι ίδιες: Δεν είναι άλλες, παρά η θωράκιση αυτής της αναιμικής καπιταλιστικής ανάπτυξης και η γεωστρατηγική αναβάθμιση της χώρας μας σε ένα οξυμένο περιβάλλον. Ένα περιβάλλον, το οποίο χαρακτηρίζεται από ένταση των ανταγωνισμών, αλλά και της αστάθειας συνολικότερα.
Καταψηφίζοντας τον προϋπολογισμό, ο κ. Καραθανασόπουλος τόνισε ότι οι εργαζόμενοι, οι αυτοαπασχολούμενοι, η φτωχο-μεσαία αγροτιά της χώρας μας, η νεολαία των λαϊκών στρωμάτων, δεν έχει τίποτα να περιμένει από τη συνέχιση αυτής της πολιτικής.
Αποτελεί ένα μονόδρομο ραγδαίας επιδείνωσης της θέσης των λαϊκών στρωμάτων, γι' αυτό ακριβώς το λόγο, χρειάζεται μια συνολικότερη αντιπαράθεση και οργάνωση της λαϊκής πάλης, από καλύτερες θέσεις, στοχεύοντας το πραγματικό αντίπαλο της εργατικής τάξης και των λαϊκών στρωμάτων, που δεν είναι η εκάστοτε κυβέρνηση κάθε φορά, αλλά πού είναι τα συμφέροντα του κεφαλαίου και τα οποία με συνέπεια υπηρετεί αυτό το άδικο και εκμεταλλευτικό καπιταλιστικό σύστημα.