Μαύροι Πίνακες: Μυστήριο που ξεδιπλώνεται στις σκιές

Του Ελισσαίου Βγενόπουλου, σκηνοθέτη-συγγραφέα

Οι ζωγραφικοί πίνακες έχουν μια δική τους ζωή που πηγάζει από την ψυχή του καλλιτέχνη, διακλαδώνονται στην εποχή που δημιουργήθηκαν και χάνονται στο μυαλό των θεατών τους.

Οι «Μαύροι Πίνακες», ελληνική σειρά που προβάλλεται στο STAR, είναι τοποθετημένοι στη φαινομενικά ειδυλλιακή επαρχιακή πόλη Λεύκες, ξετυλίγουν  την ιστορία του με τη σοκαριστική ανακάλυψη ενός φρικτού φόνου. Η έφηβη κόρη του δημάρχου της πόλης (Iωάννης Παπαζήσης) βρίσκεται νεκρή κάτω από συνθήκες που υποδηλώνουν πολύ περισσότερα από μια τυχαία πράξη βίας. Αυτή η ανατριχιαστική αρχή δίνει τον τόνο για μια ιστορία σκοταδιού και ίντριγκας που αρνείται να σταματήσει, παρασύροντας τον θεατή όλο και πιο βαθιά σε μια δαιδαλώδη πλοκή. Η σειρά του Μάριου Ιορδάνου και της Σοφίας Καζαντζιάν, η οποία έχει γίνει γρήγορα υποψήφια για τον τίτλο της «σειράς της σεζόν», με το ανατρεπτικό σενάριο, την υποβλητική ατμόσφαιρα και τις συναρπαστικές ερμηνείες,  ξεπερνά τη συμβατική αστυνομική διαδικασία, παρασύροντας μας σε έναν κόσμο που περιβάλλεται από μυστήριο, τελετουργικούς συμβολισμούς και διαπροσωπικές εντάσεις.

Στο επίκεντρο της έρευνας βρίσκεται η Άννα (Κάτια Γκουλιώνη), μια αστυνομικός της οποίας η ιδιόρρυθμη συμπεριφορά υποκρύπτει το οξύ ένστικτό της. Η Άννα καλείται να εξιχνιάσει το έγκλημα και σύντομα προστίθεται μία νέα συνάδελφος, η Ιόλη (Σοφία Κόκκαλη), που έχει μετατεθεί στο τμήμα, η άφιξη της οποίας δημιουργεί άμεσες τριβές. Οι δύο γυναίκες, με αντικρουόμενες προσωπικότητες από την αρχή, αναγκάζονται ωστόσο να συνεργαστούν στην καταδίωξη ενός δολοφόνου που φαίνεται να απολαμβάνει την ικανότητά του να ξεγελά τους διώκτες του. Η δυναμική τους -ένα μείγμα επαγγελματικής αντιπαλότητας και απρόθυμου αμοιβαίου σεβασμού- προσθέτει ένα πλούσιο στρώμα στη σειρά, θεμελιώνοντας το γενικότερο μυστήριο στο ανθρώπινο δράμα της δύσκολης συνεργασίας τους. Μαζί με τις δυο γυναίκες δυο ακόμα αστυνομικοί ο Άλκης (Δημήτρης Κίτσος) και ο άρτι αφιχθείς από τα κεντρικά Άρης (Αντίνοος Αλμπάνης) προσπαθούν να διαλευκάνουν το έγκλημα. 

Καθώς η έρευνα εξελίσσεται, το έγκλημα αποδεικνύεται ότι δεν είναι ένα μεμονωμένο περιστατικό, αλλά το πρώτο μιας σειράς τελετουργικών δολοφονιών που συγκλονίζουν την μικρή πόλη. Κάθε θύμα τοποθετείται σχολαστικά με τρόπο που παραπέμπει στους «Μαύρους πίνακες» του Φρανσίσκο Γκόγια, μια σειρά που φημίζεται για τις ανησυχητικές απεικονίσεις του μακάβριου και του γκροτέσκου. Αυτές οι καλλιτεχνικές αναφορές μεταμορφώνουν τις σκηνές εγκλήματος σε φρικιαστικά tableaux, φορτωμένα με συμβολικό νόημα και ψυχολογικό βάρος. Η χρήση των έργων του Γκόγια ως θεματικό υπόβαθρο είναι μια όμορφη αφηγηματική επιλογή, προσδίδοντας στη σειρά την αίσθηση της υψηλής τέχνης που διασταυρώνεται με την τρομακτική πραγματικότητα.

Η ίδια η πόλη γίνεται ένας χαρακτήρας από μόνη της - μια κάποτε ήσυχη κοινότητα που τώρα παραλύει από φόβο και δυσπιστία. Καθώς πέφτει η νύχτα, η απομόνωση στις Λεύκες μοιάζει απειλητική και αφόρητη, με τα στενά δρομάκια και τις σκιερές γωνιές του να καλύπτονται από μια πνιγηρή σιωπή. Η ικανότητα του δολοφόνου να αποφεύγει τη σύλληψη αυξάνει την ένταση, αφήνοντας τους θεατές και τους κατοίκους να αναρωτιούνται ποιος μπορεί να είναι ο επόμενος - και ποιος μπορεί να είναι υπεύθυνος. Η σειρά εξερευνά με επιδεξιότητα το ψυχολογικό τίμημα των δολοφονιών στους κατοίκους της πόλης, τονίζοντας πώς ο φόβος μπορεί να διαλύσει τον κοινωνικό ιστό μιας στενά συνδεδεμένης κοινότητας.

Ενώ η αστυνομία παλεύει να αποκρυπτογραφήσει τα μοτίβα και τα κίνητρα του δολοφόνου, η αφήγηση πλέκει αριστοτεχνικά τα νήματα της αγωνίας, της παραπλάνησης και της αποκάλυψης. Η χρήση των εικόνων του Γκόγια χρησιμεύει όχι μόνο ως οπτικό μοτίβο αλλά και ως θεματικό στοιχείο, προσκαλώντας τους θεατές να εξετάσουν τα βαθύτερα στρώματα του μυστηρίου. Τι ωθεί τον δολοφόνο να μιμηθεί αυτά τα σκοτεινά αριστουργήματα; Είναι οι φόνοι μια μορφή διαστρεβλωμένης καλλιτεχνίας, μια κριτική της κοινωνίας ή η εκδήλωση μιας βαθιά προσωπικής βεντέτας; Αυτά τα ερωτήματα παραμένουν, αναγκάζοντας το κοινό να συνθέσει το παζλ μαζί με τους ερευνητές.

Με το μείγμα ψυχολογικής πολυπλοκότητας και σπλαχνικών συγκινήσεων, το «Μαύροι Πίνακες» ξεχωρίζει ως κάτι περισσότερο από ένα απλό αστυνομικό «μυθιστόρημα». Είναι ένας διαλογισμός για τη φύση του κακού, την ευθραυστότητα της ασφάλειας και τη δυναμική της εξουσίας που αναδύεται μπροστά στον τρόμο. Οι χαρακτήρες, από την ξεροκέφαλη Άννα μέχρι τον αινιγματικό νέο συνεργάτη της, ζωντανεύουν μέσα από αποχρώσεις ερμηνείες που αγκυρώνουν την υπερβατική υπόθεση της παράστασης σε αυθεντικά συναισθήματα. Τα προσωπικά τους διακυβεύματα -είτε οδηγούνται από τη φιλοδοξία, τη δικαιοσύνη είτε από ανεπίλυτα τραύματα- εμπλουτίζουν την αφήγηση, εξασφαλίζοντας ότι η σειρά έχει απήχηση τόσο σε διανοητικό όσο και σε ενστικτώδες επίπεδο.

 

ΔΗΜΟΦΙΛΗ ΑΡΘΡΑ