Του Γιάννη Μανιάτη (*)
Την προηγούμενη Δευτέρα οι ευρωπαίοι ηγέτες συναντήθηκαν για πρώτη φορά με μοναδικό αντικείμενο συζήτησης το μέλλον της ευρωπαϊκής Άμυνας. Η Άμυνα και η Ασφάλεια υπήρξαν από τα ασθενέστερα σημεία της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Σημαντικά στοιχεία κρατικής εξουσίας, έμειναν για καιρό εκτός της όποιας διαδικασίας εμβάθυνσης, ενώ το όποια βήματα ήταν πάντα λίγα και διστακτικά. Σήμερα όμως βρισκόμαστε σε έναν πολύ διαφορετικό κόσμο όπου απαιτείται μια πολυδιάστατη προσέγγιση.
Ο συνεχιζόμενος πόλεμος στην Ουκρανία, η αποσταθεροποίηση στη Μέση Ανατολή, η δεύτερη προεδρία Τραμπ, η αποδυνάμωση των πολυμερών οργανισμών και ο αυξανόμενος αριθμός υβριδικών απειλών επιβάλλουν την ανάγκη για ενίσχυση της ευρωπαϊκής άμυνας.
Η Ευρώπη πρέπει να μπορεί να διασφαλίσει την ειρήνη και την ευημερία των πολτών όλων των κρατών-μελών, από την Εσθονία και τη Φινλανδία, μέχρι την Ελλάδα και την Κύπρο.
Βέβαια στη Σύνοδο η συζήτηση επικεντρώθηκε κυρίως στη χρηματοδότηση των αμυντικών δαπανών. Την ώρα που οι χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης πλησίασαν τον επίσημο νατοϊκό στόχο τού 2%, αφού το 2024 έφτασαν το 1,9% του AΕΠ, τόσο ο πρόεδρος Τραμπ όσο και ο νέος γενικός γραμματέας του ΝΑΤΟ έθεταν τον πήχη πιο ψηλά. Η εμμονή όμως σε τέτοιου είδους στόχους είναι παραπλανητική. Το ερώτημα δεν είναι μόνο πόσα χρήματα ξοδεύουμε, αλλά και πώς τα ξοδεύουμε και για ποιον σκοπό.
Επιπλέον, τα όποια νέα κονδύλια για την άμυνα δεν μπορούν να βρεθούν σε βάρος του κοινωνικού κράτους. Την περασμένη χρονιά, οι συνολικές ευρωπαϊκές δαπάνες για την άμυνα υπολογίζεται ότι ξεπέρασαν τα 350 δισεκατομμύρια ευρώ. Όμως το 78% των αγορών αμυντικού εξοπλισμού κατευθύνθηκε σε τρίτες χώρες, κυρίως στις ΗΠΑ, οι οποίες από μόνες τους αντιπροσωπεύουν το 63% των συνολικών αγορών από ευρωπαϊκή κράτη.
Την ίδια στιγμή, στην Ευρώπη υπάρχουν 17 διαφορετικά ήδη τανκ και 29 διαφορετικοί τύποι φρεγατών, όταν στις ΗΠΑ είναι 1 και 4 αντίστοιχα. Ο μεγάλος αυτός κατακερματισμός εμποδίζει τη δημιουργία οικονομιών κλίμακας, που θα μπορούσε να οδηγήσει σε οικονομίες από 25 έως 75 δισεκατομμυρίων ευρώ τον χρόνο. Παράλληλα, έχει ως αποτέλεσμα τη μη διασυνδεσιμότητα των αμυντικών συστημάτων των κρατών-μελών, εμποδίζοντας τη διενέργεια κοινών επιχειρήσεων, υποσκάπτοντας ουσιαστικά με αυτό τον τρόπο την ασφάλεια της Ευρώπης.
Ως αντιπρόεδρος των Σοσιαλιστών, αρμόδιος για Άμυνα και Αμυντική Βιομηχανία, στηρίζω τη δημιουργία μίας ισχυρής Ευρωπαϊκής Αμυντικής Βιομηχανίας, με βιομηχανική βάση σε όλα τα κράτη-μέλη, απαραίτητο πρώτο βήμα με σημαντικά οικονομικά, κοινωνικά και γεωπολιτικά οφέλη. Η ανάπτυξη Ευρωπαϊκής Αμυντικής Βιομηχανίας απαιτεί τη θεσμοθέτηση κοινών υποχρεωτικών κανόνων για τις εξαγωγές όπλων σε τρίτες χώρες (π.χ. Τουρκία), ώστε να μη βρεθούν ευρωπαϊκά όπλα να απειλούν την ασφάλεια των ευρωπαϊκών συνόρων. Η ενίσχυση στρατηγικής αυτονομίας, αμυντικής συνεργασίας, ανθεκτικότητας Δημοκρατίας και ετοιμότητας για κρίσεις αποτελούν αναγκαία βήματα ώστε η ΕΕ να προστατεύσει τους πολίτες της και να διαδραματίσει ενεργό ρόλο στην παγκόσμια σκηνή, ως αξιόπιστος και υπεύθυνος παράγοντας ασφάλειας και ειρήνης.
*Ο καθηγητής Γιάννης Μανιάτης είναι ευρωβουλευτής, αντιπρόεδρος Ευρωπαίων Σοσιαλιστών και Δημοκρατών για Διεθνείς Σχέσεις, Άμυνα και Ενεργειακή Ασφάλεια.