Καθώς η περίοδος με τις λοιμώξεις συνεχίζεται με τους συνήθεις αναπνευστικούς και μη ιούς να ευθύνονται για αυξημένη νοσηρότητα στην κοινότητα, ένα από τα ερωτήματα που απασχολούν αρκετούς από εμάς είναι πότε μπορούμε να έρθουμε και πάλι σε επαφή με τα αγαπημένα μας πρόσωπα έπειτα από μια νόσηση.
Η απάντηση όμως είναι πιο σύνθετη από ό,τι φαντάζεται κανείς, δεδομένου πως εξαρτάται από το είδος της λοίμωξης.
COVID-19
Οταν πρωτοεμφανίστηκε ο SARS-CoV-2, στα τέλη του 2019, η συμπεριφορά του αποτελούσε ένα μυστήριο. Πλέον οι επιστήμονες έχουν αποκωδικοποιήσει τον ιό, έχοντας αποκτήσει γνώση και μέσα για την αντιμετώπισή του. Στο πλαίσιο αυτό, είναι πλέον τεκμηριωμένο ότι οι πάσχοντες από Covid-19 είναι μεταδοτικοί από μία-δύο ημέρες πριν και έως 8-10 ημέρες μετά την έναρξη των συμπτωμάτων τους.
Είναι εντούτοις αξιοσημείωτο, σύμφωνα με τους ειδικούς των Κέντρων Ελέγχου και Πρόληψης των ΗΠΑ (CDC), πως η μεταδοτικότητα είναι υψηλότερη το διήμερο πριν από την εκδήλωση των συμπτωμάτων. Υπενθυμίζεται, δε, ότι και τα ασυμπτωματικά άτομα μπορούν να μεταδώσουν τη νόσο.
Εξού και μας συμβουλεύουν εάν έχουμε νοσήσει και θέλουμε να έρθουμε σε επαφή με ευπαθή άτομα – π.χ. με έναν ηλικιωμένο συγγενή μας ή έναν φίλο με χρόνια προβλήματα υγείας – ή εάν εμείς οι ίδιοι ανήκουμε στην ομάδα του πληθυσμού που διατρέχει κίνδυνο για σοβαρές επιπλοκές σε περίπτωση νόησης, να ακολουθήσουμε τους εξής κανόνες:
Ο ασθενής θα πρέπει να είναι απύρετος για τουλάχιστον 24 ώρες (χωρίς τη λήψη αντιπυρετικού / παυσίπονου φαρμάκου), ενώ παράλληλα θα πρέπει να έχουν βελτιωθεί και τα λοιπά συμπτώματα. Μία ακόμα σημαντική συμβουλή είναι η χρήση μάσκας και η τήρηση αποστάσεων για πέντε ακόμα ημέρες.
Γρίπη
Η γρίπη ανήκει στις λοιμώξεις που είναι πολύ επικίνδυνες για τις ευπαθείς ομάδες του πληθυσμού. Στους περισσότερους ανθρώπους οι ιοί που την προκαλούν μεταδίδονται πιο εύκολα:
Μία ημέρα πριν από την έναρξη των συμπτωμάτων.
Εως και 5 με 7 ημέρες μετά την εκδήλωση της νόσου.
Εν τω μεταξύ έχει παρατηρηθεί πως η μεταδοτικότητα της γρίπης είναι υψηλότερη κατά το πρώτο τριήμερο. Επίσης μερικές πληθυσμιακές ομάδες, όπως τα μικρά παιδιά και όσοι έχουν εξασθενημένο ανοσοποιητικό, είναι μεταδοτικοί για περισσότερο καιρό.
Κατά τα άλλα, και στην περίπτωση της γρίπης ισχύει ό,τι για την Covid-19. Δηλαδή, η μεταδοτικότητα φθίνει κατακόρυφα όταν περάσει ένα 24ωρο χωρίς πυρετό (χωρίς λήψη αντιπυρετικού) και έχουν βελτιωθεί τα λοιπά συμπτώματα.
Αναπνευστικός συγκυτιακός ιός (RSV)
Οι ασθενείς που έχουν λοίμωξη από τον ιό RSV συνήθως είναι μεταδοτικοί επί 3 έως 8 ημέρες, αναφέρουν οι ειδικοί του CDC. Μπορεί επίσης να είναι μεταδοτικοί 1 ή 2 ημέρες πριν από την εκδήλωση των συμπτωμάτων τους.
Μια εντούτοις σημαντική λεπτομέρεια είναι ότι τα νήπια και όσοι έχουν εξασθενημένο ανοσοποιητικό μπορούν να διασπείρουν τον ιό ακόμα και για 4 εβδομάδες ή περισσότερο.
Οπως όμως ισχύει και για τις άλλες λοιμώξεις του αναπνευστικού, οι ασθενείς μπορούν να βγουν από την απομόνωση ύστερα από 24 ώρες χωρίς πυρετό. Αρκεί ταυτοχρόνως να έχουν βελτιωθεί και τα άλλα συμπτώματά τους.
Γαστρεντερίτιδα
Η ιογενής γαστρεντερίτιδα είναι μια εντερική λοίμωξη που οφείλεται σε διάφορους ιούς. Οι συχνότεροι από αυτούς είναι οι νοροϊοί, οι ροταϊοί και οι αδενοϊοί, όπως σημειώνουν οι επιστήμονες του ΕΟΔΥ. Ωστόσο οι λοιμώξεις από νοροϊό, αν και απαντώνται όλον τον χρόνο, τείνουν να εμφανίζονται συχνότερα τους ψυχρότερους μήνες (δηλαδή, στο τέλος του φθινοπώρου και κατά τη διάρκεια του χειμώνα).
Εν τω μεταξύ, όπως συμβαίνει και με τις αναπνευστικές λοιμώξεις, η ιογενής γαστρεντερίτιδα μπορεί να μεταδοθεί από άτομο σε άτομο. Πιο συγκεκριμένα, οι ιοί επιβιώνουν στις επιφάνειες έως και 72 ώρες και ακόμα και μικρή ποσότητά τους αρκεί για να μολυνθεί κάποιος. Οι ασθενείς με γαστρεντερίτιδα από νοροϊό είναι μεταδοτικοί από τη στιγμή που ξεκινούν να νιώθουν αδιαθεσία έως και τουλάχιστον 3 ημέρες μετά την ανάρρωσή τους – ή ακόμα και περισσότερο.
Συνήθως «η μόλυνση ενός ατόμου γίνεται μέσω της κατανάλωσης κάποιου τροφίμου ή ποτού που μολύνθηκε από ένα άτομο με ιογενή γαστρεντερίτιδα κατά την προετοιμασία του, ιδιαίτερα όταν το άτομο αυτό δεν πλένει τα χέρια του επιμελώς μετά τη χρήση της τουαλέτας» ή με την επαφή με μολυσμένη επιφάνεια. Γι’ αυτό και κρίνεται απαραίτητο να τηρούνται πιστά τα μέτρα ατομικής προστασίας (π.χ. συχνό πλύσιμο των χεριών), η απολύμανση των επιφανειών αλλά και η αποφυγή κοινής χρήσης ποτηριών, πιάτων κ.ο.κ.
Premium έκδοση «Τα ΝΕΑ»