Η χώρα σε αναζήτηση έντιμης πολιτικής, πολιτικών μίας τετραετίας

Του Ηρακλή Ρούπα, οικονομολόγου

Οι συγκεντρώσεις των «Τεμπών» ανέδειξαν μία παραδοξότητα: Όλοι οι πολιτικοί «αναγκάσθηκαν» να συμφωνήσουν στο ελάχιστο τραγικό: Ότι η φωνή διαμαρτυρίας των πολιτών ανέδειξε ως μοναδικό αίτημα την απόδοση δικαιοσύνης. Βολική προσέγγιση αποδοχής της ανικανότητας  του κράτους –μάλλον διαχρονικής- που όμως, αποκρύπτει την εξίσου τραγική για το πολιτικό σύστημα πραγματικότητα: Της σχεδόν πλήρους απαξίωσής του από του πολίτες για ακόμα μία φορά. Άλλωστε, τα γκάλοπ αυτό ακριβώς αναδεικνύουν.  

Αυτή η δυναμικά απαξιωτική προσέγγιση των πολιτών πρέπει πλέον να αναλυθεί και να «αντιμετωπισθεί» από το πολιτικό σύστημα  υπό το πρίσμα των ραγδαίων διεθνών πολιτικών εξελίξεων. Η διεθνής νέα αρχιτεκτονική ασφαλείας που αρχίζει να διαμορφώνεται, απαιτεί επαναπροσδιορισμό στρατηγικής θέσεων ως προς την στάση της χώρας, αλλά και ουσιαστική αλλαγή νοοτροπίας ως προς την πορεία διακυβέρνησης. Οι μικροπολιτικές προσεγγίσεις που ακολουθούνται από τις περισσότερες κυβερνήσεις τα τελευταία 20 χρόνια, είναι ανάγκη να μετασχηματισθούν σε μία  Εθνική προσέγγιση. 

Για να επιτευχθεί ένας τόσο «ουτοπικός» στόχος όμως, οι όροι πολιτικής αντιπαράθεσης πρέπει να αποκαταστήσουν το ουσιαστικό ζητούμενο της κοινωνίας: Μία έντιμα δομημένη πολιτική τάξη που να είναι δυνατόν να φέρει εις πέρας το νέο εθνικό αφήγημα. Για να γίνει αυτό όμως, απαιτείται ειδικής μορφής ενσυναίσθηση και αίσθηση της πολιτικής του τι «συμβαίνει» γύρω από τον γυάλινο κόσμο της πολιτικής στην χώρα. Οι προσεγγίσεις για το τι σηματοδοτούσαν οι κινητοποιήσεις της Παρασκευής, δείχνουν δυστυχώς το ακριβώς αντίθετο. 

Η πρωτοφανής συμμετοχή στα συλλαλητήρια για τα Τέμπη ανέδειξε κάτι περισσότερο από το χειραγωγούμενο μήνυμα που επικοινωνείται. Τόσο από την κυβέρνηση, όσο και από το υπόλοιπο πολιτικό σύστημα: Οι χιλιάδες που «πορεύθηκαν» πλάι – πλάι προς τα κεντρικά σημεία διαμαρτυρίας, αναζητούσαν και αναζητούν κάτι περισσότερο από δικαιοσύνη για τα θύματα των Τεμπών. Αυτή η ουσιαστική παράμετρος είτε αποκρύπτεται, είτε μπαίνει στις χαμηλές προτεραιότητες της «επικοινωνίας».

Μέσα από την απαίτηση για δικαιοσύνη, οι πολίτες αναζητούν κάτι περισσότερο από έναν σιδηρόδρομο που να λειτουργεί με ασφάλεια. Αναζητούν πολιτικούς που με εντιμότητα, επάρκεια, γνώση και εθνικό όραμα θα μπορέσουν να οδηγήσουν την χώρα με ουσιαστική ασφάλεια τα επόμενα χρόνια επάνω σε διαφορετικού τύπου «ράγες». Αναζητούν ένα πολιτικό σύστημα πολιτικών με οντότητα, εμπειρίες, ουσιαστική γνώση των δεδομένων, σαφή αντίληψη των προβλημάτων της κοινωνίας και ένα διαχρονικό όραμα για την εξωτερική πολιτική. Αναζητούν πολιτικούς που σύμφωνα με τα γκάλοπ φαίνεται πως δεν τους εμπνέουν σήμερα.

Όσοι πολιτικοί βολικά αναγάγουν τις κινητοποιήσεις της Παρασκευής σε μία απλή μονοδιάστατη διαμαρτυρία για τα «κακώς κείμενα» στην δικαιοσύνη και τους σιδηροδρόμους, επιλέγουν να αναδείξουν την  μικροπολιτική ως βάση της προσωπικής πολιτικής επιβίωσής τους. Λογικό. Ποιος πολιτικός άλλωστε,  με μοναδική στόχευση αυτή της πολιτικής αυτοσυντήρησης, θα αναδείκνυε την βαθύτερη αιτία του «βουβού» αιτήματος των πολιτών. Αυτών που έμμεσα ή άμεσα αρκετές φορές, απαιτούν η μεγάλη πλειοψηφία των πολιτικών να  «κάνει πέρα» για να τους  προσπεράσει μία νέα φιλοσοφία του πολιτεύεστε. 

Κατά τον τρόπο αυτό, η «βολική» μη ανάδειξη των βαθύτερων λόγων των μαζικών κινητοποιήσεων, δείχνει για άλλη μία φορά πως το πολιτικό σύστημα σκόπιμα εθελοτυφλεί. Σκόπιμα, για τον απλούστατο λόγο ότι αν υπήρξε η παραδοχή ανάδειξης των συνολικών παθογενειών του, τότε επί της ουσίας το ίδιο το πολιτικό σύστημα θα έπρεπε να δρομολογήσει την πολιτική «αυτοεξορία» του ως αποτυχημένου διαχειριστή των δυνατοτήτων ανάδειξης λύσεων στα προβλήματα του σήμερα. Επιλέγοντας όμως, να φυγομαχούν, η πλειοψηφία των πολιτικών εμμέσως προσπαθεί να « χειραγωγήσει» την βάση της συζήτησης και οργής, αποτρέποντας την προσέγγιση του μείζονος που επί της ουσίας έθεσαν οι πολίτες την Παρασκευή. 

Οι πολίτες όμως, έδειξαν πως δεν επιθυμούν να χειραγωγούνται. Ειρηνικά επέλεξαν με αφορμή την επέτειο της τραγωδίας, να αναδείξουν το μείζον. Όσο και αν αυτό αποκρύπτεται τεχνηέντως από τις περισσότερες αναλύσεις. Οι πολίτες την Παρασκευή απαίτησαν σιωπηρά με την παρουσία τους, ενεργότερο ρόλο στην διαμόρφωση μίας έντιμης πολιτικής εντίμων. Συμμετείχαν στα μη πολιτικά συλλαλητήρια αυθόρμητα επειδή ένιωθαν την ανάγκη να εκφρασθούν μετά από χρόνια, ανταποκρινόμενοι σε ένα ραντεβού εθνικής ενσυναίσθησης, αναζήτησης πολιτικής αξιοπρέπειας και ειλικρινούς αντιμετώπισής τους από τους πολιτικούς. 

Η ουσία των αντιδράσεων άλλωστε, δεν αναδεικνύεται, ούτε πρόκειται να αναδειχθεί από τα διάφορα κοινοβουλευτικά «εργαλεία» που θα χρησιμοποιηθούν. Οι συζητήσεις αυτού του είδους έχουν ξεπεράσει τους σκεπτόμενους πολίτες. Κάθε πολιτικός τακτικισμός – όσο και αν αποτελεί βασική Συνταγματική λειτουργία - μάλλον τους αφήνει παγερά αδιάφορους. Αυτό άλλωστε, καταγράφεται από τα ποσοστά αποχής στις τελευταίες εκλογές. 

Αν είναι στις ειλικρινείς προθέσεις των επαγγελματιών του πολιτικού συστήματος η ανάκτηση της αξιοπιστίας τους, θα πρέπει να σκεφθούν να «κάνουν πίσω» για μία τετραετία. Πρόθεση που θα αναδείξει πολιτικούς «μίας χρήσης» που να έχουν το σθένος, την εμπειρία και την διάθεση να διαχειριστούν την πορεία της χώρας, την στήριξη της κοινωνίας και τη προώθηση αποτελεσματικών οικονομικών μέτρων. 

Δηλώνοντας πως θα διεκδικήσουν την ψήφο των πολιτών για  μία τετραετία και μόνον, προωθώντας τα σωστά μέτρα και πολιτικές χωρίς το βάρος του κακώς νοούμενου «πολιτικού ρίσκου», οι πολιτικοί «μίας χρήσης» θα βάλουν τις βάσεις της υποχρεωτικής επιστροφής των καθαρών και ουσιαστικών δεδομένων στην πολιτική. Ίσως με κάτι τόσο δραστικό τρόπο να πείσουν τους πολίτες πως υπάρχει έδαφος επαναπροσδιορισμού της αποτελεσματικότητας στην πολιτική του μέλλοντος της χώρας.