Από τον Αύγουστο οι ηλεκτρονικοί πλειστηριασμοί ακινήτων

ΔΕΙΤΕ ΑΝΑΛΥΤΙΚΑ

Ξεκινούν τον Αύγουστο οι ηλεκτρονικοί πλειστηριασμοί ακινήτων. Όπως ανέφερε ο υποδιοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, Θόδωρος Μητράκος, η διενέργεια ηλεκτρονικών πλειστηριασμών ακινήτων, η οποία βρίσκεται σε πιλοτική εφαρμογή, θα εφαρμοστεί πλήρως έως το τέλος του Αυγούστου και θα αποτελέσει σημαντικό βήμα στην αντιμετώπιση των μη εξυπηρετούμενων δανείων.

Ο ίδιος, μιλώντας σε συνέδριο για τα «κόκκινα» δάνεια, ανέφερε ότι τα πρώτα δείγματα και συγκεκριμένα τα αποτελέσματα των δύο τελευταίων τριμήνων του 2016, για την επίτευξη των στόχων που έχουν θέσει οι τράπεζες στη μείωση των «κόκκινων» δανείων, είναι ενθαρρυντικά.

Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των τραπεζών, το μεγαλύτερο ποσοστό της μείωσης θα επιτευχθεί κατά το 2018 και το 2019 και εκτιμάται ότι θα προέλθει κυρίως από τις επιτυχείς ρυθμίσεις δανείων, δηλαδή την αποκατάσταση της τακτικής εξυπηρέτησης δανείων που βρίσκονται επί του παρόντος σε καθυστέρηση, με το ποσό να εκτιμάται σε 30,8 δισ. ευρώ, από διαγραφές δανείων ύψους 13,9 δισ. ευρώ, καθώς και, σε μικρότερο βαθμό, από ρευστοποιήσεις εξασφαλίσεων (11,5 δισ. ευρώ) και μεταβιβάσεις δανείων (7,4 δισ. ευρώ).

Αντίθετα, αρνητική συμβολή εκτιμάται ότι θα έχει η συσσώρευση νέων μη εξυπηρετούμενων δανείων (30,4 δισ. ευρώ).

Σήμερα, τα δάνεια σε καθυστέρηση ανέρχονται στο 44,7%, ενώ τα ποσοστά ανά κατηγορία δανείων, δηλ. για τα στεγαστικά, επιχειρηματικά και καταναλωτικά, διαμορφώνονται σε 41,5%, 44,4% και 54%, αντίστοιχα.

Ειδικά για τα επιχειρηματικά δάνεια, όπου υπάρχει μεγαλύτερη ανάλυση, την καλύτερη εικόνα εμφανίζουν τα δάνεια προς μεγάλες επιχειρήσεις (26,6%) και χειρότερη τα δάνεια των επιχειρήσεων μικρού και μεσαίου μεγέθους (58,9%) και κυρίως των πολύ μικρών επιχειρήσεων και ελεύθερων επαγγελματιών (68,3%). Υψηλά ποσοστά μη εξυπηρετούμενων δανείων καταγράφονται, όπως αναφέρει το Αθηναϊκό Πρακτορείο, στην πλειονότητα των κλάδων οικονομικής δραστηριότητας, με το πρόβλημα να είναι πιο έντονο στους κλάδους του εμπορίου (59,6%), των κατασκευών (54,7%) και της μεταποίησης (46,4%).

Πηγή: enikonomia.gr

Διαβάστε επίσης