Επίτιμος δημότης Κέρκυρας ανακηρύχτηκε ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Προκόπης Παυλόπουλος, σε ειδική εκδήλωση που έλαβε χώρα στα Ανάκτορα Μιχαήλ και Γεωργίου, ενώ του επιδόθηκε το Χρυσό Μετάλλιο Αξιοσύνης, από τον δήμαρχο Κέρκυρας, Κώστα Νικολούζο.
«Η σημερινή ανάδειξή μου σε Επίτιμο Δημότη του Δήμου Κέρκυρας αποτελεί ύψιστη τιμητική διάκριση, όχι βεβαίως στο πρόσωπό μου, αλλά στον θεσμό του Προέδρου της Δημοκρατίας. Και σας διαβεβαιώνω ότι θα πράξω ό,τι μου αναλογεί προκειμένου να φανώ αντάξιός της. Το χρέος μου αυτό υπαγορεύεται από το ένδοξο παρελθόν, το λαμπρό παρόν και το ακόμη πιο ελπιδοφόρο μέλλον του δήμου σας, του πανέμορφου νησιού των Φαιάκων, που αποτελεί αληθινό στολίδι του Ιονίου Πελάγους», είπε στην αντιφώνησή του ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, ενώ αναφέρθηκε συνοπτικά στη μακραίωνη ιστορία της Κέρκυρας.
«Το ίδιο το όνομα της Κέρκυρας», είπε ο κ. Παυλόπουλος, «μαρτυρεί το ιστορικό βάθος της ανθρώπινης παρουσίας σ' αυτήν. Σύμφωνα με την παράδοση, ήδη από τον 6ο αιώνα π.Χ., η Κέρκυρα ταυτίζεται με την ομηρική Σχερία, τη χώρα των Φαιάκων. Ο Ελλάνικος αναφέρει ότι ο Ποσειδώνας ερωτεύθηκε παράφορα τη νύμφη Κέρκυρα ή Κόρκυρα, κόρη του ποταμού Ασωπού και την απήγαγε στην Βοιωτία. Ύστερα την έφερε στο νησί, όπου και γεννήθηκε ο καρπός της σχέσης τους, ο Φαίακας. Ενώ η έναρξη της ανθρώπινης παρουσίας στο νησί ανάγεται στην παλαιολιθική εποχή -έχουν, άλλωστε, εντοπισθεί σ' αυτό λείψανα τόσο από την παλαιολιθική όσο και από την νεολιθική εποχή- οι πρώτοι Έλληνες άποικοι που εγκαταστάθηκαν στην Κέρκυρα ήρθαν από την Ερέτρια της Εύβοιας. Ακολούθησαν οι Κορίνθιοι με αρχηγό τον Χερσικράτη, το 734 π.Χ.».
«Όταν η Κέρκυρα, που κατέστη έτσι αποικία της Κορίνθου», συνέχισε, «θέλησε ν' ανεξαρτητοποιηθεί απ' αυτήν, η Αθήνα πήρε το μέρος της, γεγονός που αποτέλεσε μία από τις αιτίες που προκάλεσαν τον Πελοποννησιακό Πόλεμο. Με την Κέρκυρα συνέδεσε την ζωή του και ο Μέγας Αλέξανδρος, αφού κατά την παράδοση πέρασε σ' αυτήν ένα μέρος των νεανικών του χρόνων κατά τα βυζαντινά χρόνια, που ακολούθησαν την περίοδο της ρωμαϊκής κατοχής του νησιού, η Κέρκυρα λεηλατήθηκε από Βανδάλους, Οστρογότθους και Νορμανδούς. Το όνομα του νησιού τότε ήταν «Κορυφώ» και ακολούθως «Κορυφοί», από τις δύο βραχώδεις κορυφές, οι οποίες προβάλλουν επιβλητικά πάνω από την πόλη. Έτσι ετυμολογείται και η αγγλική της ονομασία ως «Corfu». Μετά την κατάκτηση της Κωνσταντινούπολης από τους Φράγκους και τη διανομή των Βυζαντινών εδαφών από τους κατακτητές, η Κέρκυρα περιήλθε στους Βενετούς, με διαστήματα επανάκτησής της από τους Έλληνες, αλλά και πάλι κατακτήθηκε από τους Ανδεγαυούς το 1267. Επανήλθαν οι Βενετοί το 1386, οπόταν και αρχίζει για την Κέρκυρα μια μακραίωνη περίοδος ενετοκρατίας, που χαρακτηρίζεται από σημαντική ανάπτυξη και οικονομική ευημερία».
«Συνέπεια αυτής της εξέλιξης», είπε ο κ. Παυλόπουλος, «υπήρξε το ότι η πόλη επεκτάθηκε έξω από τα τείχη της, γεγονός όμως που την κατέστησε αφρούρητη στις επιδρομές των κατακτητών. Οι Τούρκοι απέτυχαν επανειλημμένα να καταλάβουν το νησί, τόσο το 1431, όταν το επεχείρησαν για πρώτη φορά, όσο και το 1537, υπό τον διαβόητο αρχηγό του στόλου τους Βαρβαρόσσα, αλλά και το 1571. Τότε, οι Βενετοί χτίζουν το αποκαλούμενο «Νέο Φρούριο», για να προστατεύσουν την πόλη από τις επιδρομές των Τούρκων. Αυτή η πρωτοβουλία αποδείχθηκε σωτήρια, διότι έτσι αποκρούσθηκε και η επόμενη πολιορκία της Κέρκυρας από τους Τούρκους, το 1716. Από το 1797 ως το 1799, η Κέρκυρα πέρασε στα χέρια των Γάλλων. Ακολούθησε η δημιουργία της «Επτανήσου Πολιτείας», η οποία διήρκησε από τις 21 Μαρτίου 1800 έως τις 8 Ιουλίου 1807 και τελούσε υπό ρωσική και οθωμανική κυριαρχία. Το Σύνταγμα της Επτανήσου Πολιτείας της 16ης Οκτωβρίου 1803, που ψηφίσθηκε εδώ, στην Κέρκυρα, ήταν πρωτοποριακό καθώς, μεταξύ άλλων, καταργούσε το εκ διαδοχής δικαίωμα ευγενείας και αναγνώριζε σε κάθε άτομο που διακρινόταν για την αρετή του, την μόρφωσή του και παρουσίαζε τα εχέγγυα ικανού πολίτη, το δικαίωμα να μπορεί να εκλέγεται σε ηγετικές θέσεις και να μετέχει στην Γερουσία. Έθετε τις βάσεις για την ανάπτυξη και πρόοδο της Παιδείας, των Τεχνών, του Εμπορίου και της Βιομηχανίας. Προέβλεπε την ακεραιότητα της ιδιοκτησίας, τον σεβασμό του οικογενειακού ασύλου, την ισονομία, ενώ θεσμοθετούσε τις τρεις μεγάλες εξουσίες του κράτους, τη νομοθετική, την εκτελεστική και την δικαστική. Ήταν, εν ολίγοις, το πρώτο Νεοελληνικό Σύνταγμα με εξαιρετικά φιλελεύθερες, για την εποχή του, διατάξεις».
«Κατά την περίοδο της Επτανήσου Πολιτείας, η Κέρκυρα αναπτύσσει αξιόλογη δράση στον τομέα της τυπογραφίας, με την έκδοση πολλών βιβλίων, ελληνικών αλλά και άλλων, και κατ' αυτόν τον τρόπο πρωτοπορεί στην ελληνική επικράτεια. Από το 1807 ως το 1814 η Κέρκυρα περνά υπό την κατοχή των Γάλλων του Ναπολέοντα οι οποίοι, κατά τη διάρκεια της παρουσίας τους, έδωσαν Γαλλικό χρώμα και γαλλική «αίσθηση» στην πόλη. Τους διαδέχεται ο αγγλικός στρατός, ο οποίος καταλαμβάνει την Κέρκυρα το 1815 και παραμένει εκεί ως το 1864, οπόταν το νησί ενσωματώθηκε στον Εθνικό Κορμό μαζί με τα πόλοιπα Επτάνησα. Μετά την Μικρασιατική Καταστροφή και την ανταλλαγή πληθυσμών, η Κέρκυρα αποτέλεσε ένα από τα κυριότερα κέντρα υποδοχής Ελλήνων προσφύγων -περίπου 30.000- από τη Μικρά Ασία και την Ανατολική Θράκη.Οι περιπέτειες της Κέρκυρας δεν τερματίζονται εδώ. Αναφέρομαι στην γνωστή κρίση του 1923, που οδήγησε στην κατάληψη του νησιού από την Φασιστική Ιταλία, για να απελευθερωθεί, όμως, γρήγορα χάρη στην παρέμβαση της Κοινωνίας των Εθνών. Κατά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, η Κέρκυρα καταλαμβάνεται για δεύτερη φορά από τον ιταλό κατακτητή, το 1941. Το 1943, μετά την συνθηκολόγηση της Ιταλίας, η Κέρκυρα περνά στην Γερμανική ζώνη κατοχής, στην οποία και παραμένει ως την οριστική απελευθέρωσή της στο τέλος του πολέμου. Η πορεία της Κέρκυρας, από την ιστορική της εμφάνιση ως σήμερα, αποδεικνύει με αδιάσειστα τεκμήρια, ότι οι πόλεμοι και οι κατακτήσεις όχι μόνο δεν κατάφεραν ν' αλλοιώσουν τα βασικά χαρακτηριστικά της και την προοπτική της αλλά, όλως αντιθέτως, μέσ' από τον απαράμιλλο δυναμισμό τους και την εξίσου απαράμιλλη πνευματικότητά τους οι κατά καιρούς κάτοικοί της αφομοίωσαν κάθε θετική, και μόνον, συνεισφορά. Έτσι ώστε σήμερα, το «Νησί των Φαιάκων» να συνιστά πραγματικό παράδειγμα και υπόδειγμα σύνθεσης στοιχείων που το καθιστούν κόσμημα πνεύματος και πολιτισμού, το οποίο κλείνει μέσα του πραγματικά «πολύτιμα πετράδια» της πνευματικής και πολιτισμικής κληρονομιάς της Χώρας μας αλλά και της Ευρώπης γενικότερα».
«Αξίζει, λοιπόν, εδώ να επισημανθεί ότι στην Κέρκυρα, μεσ' από την προεκτεθείσα διαδρομή της, πρέπει δικαίως ν' απονεμηθεί ο τίτλος του Τόπου που παρακολούθησε, με εντυπωσιακή συνέπεια και συνεισφορά, τόσο τη γέννηση της ιδέας της Ευρώπης όσο και την σύγχρονη πορεία των Ευρωπαϊκών Θεσμών. Για του λόγου το ασφαλές -και δίχως να έχω πρόθεση μείωσης της αξίας πολλών άλλων μεγάλων τέκνων της Κέρκυρας -περιορίζομαι ν' αναφέρω το όνομα του θεμελιωτή του σύγχρονου Ελληνικού Κράτους, του Ιωάννη Καποδίστρια. Αλλά και το όνομα του Εθνικού μας Ποιητή Διονυσίου Σολωμού, του οποίου η λογοτεχνική -και όχι μόνον- ταυτότητα επηρεάσθηκε καθοριστικώς από την παραμονή του στην Κέρκυρα. Κι αυτό μου δίνει ξανά την ευκαιρία να τονίσω ότι η Ελλάδα όχι μόνον έχει επιλέξει, οριστικά και αμετάκλητα, τον ευρωπαϊκό της δρόμο -και μάλιστα μέσα στον σκληρό πυρήνα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, την Ευρωζώνη- αλλά και είναι αποφασισμένη να πρωταγωνιστήσει κατά την υπεράσπιση της Ευρωπαϊκής Ενοποίησης και την μετουσίωσή της σε πράξη, μέσ' από μια Ευρωπαϊκή Ομοσπονδία βασισμένη στις θεσμικές αντηρίδες της Αντιπροσωπευτικής Δημοκρατίας».
Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, Προκόπης Παυλόπουλος, απευθυνόμενος στον δήμαρχο Κέρκυρας είπε: «Κύριε Δήμαρχε, φεύγω από την Κέρκυρα βαθύτατα γοητευμένος, όπως συμβαίνει κάθε φορά που την επισκέπτομαι, από τη φυσική ομορφιά των τοπίων της, τα σπουδαία αρχιτεκτονικά της κτίρια και μνημεία, αλλά και την ευγένεια των κατοίκων της.Να είστε βέβαιος ότι θα πράξω, με όλες μου τις δυνάμεις, ό,τι μου αναλογεί προκειμένου ν' ανταποκριθώ στις απαιτήσεις που εγείρει η μεγάλη τιμή, την οποία σήμερα μου επιδαψιλεύσατε».
Αυτή την ώρα ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας παρίσταται στην Ιόνιο Ακαδημία όπου και θα αγορευτεί Επίτιμος Καθηγητής του τμήματος Ιστορίας του Ιονίου Πανεπιστημίου.
ΑΠΕ - ΜΠΕ