Η πολιτική κρίση στην καναδική κυβέρνηση υπό τον Τζάστιν Τριντό εντάθηκε τη Δευτέρα, με την απροσδόκητη παραίτηση μιας από τις πιο διαπρεπείς υπουργούς του, εν μέσω των καταγγελιών περί παρέμβασης του πρωθυπουργού και του περιβάλλοντός του σε μια δικαστική διαδικασία.
Αφού εξέτασε σε βάθος «τα γεγονότα που συνταράσσουν την ομοσπονδιακή κυβέρνηση τις τελευταίες εβδομάδες» και «έπειτα από σοβαρό στοχασμό», η Τζέιν Φίλποτ, η υπουργός αρμόδια για τον προϋπολογισμό και τις δημόσιες δαπάνες, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι «οφείλω να υποβάλλω την παραίτησή μου», ανέφερε στην επιστολή που απηύθυνε στον πρωθυπουργό των Φιλελεύθερων.
Το πλήγμα χαρακτηρίζεται σκληρό για τον Καναδό πρωθυπουργό, καθώς οι βουλευτικές εκλογές του Οκτωβρίου βρίσκονται πλέον στον ορίζοντα: πρόκειται για την τρίτη παραίτηση στενού συνεργάτη του, αρχής γενομένης με εκείνη της πρώην υπουργού Δικαιοσύνης, της Τζόντι Ουίλσον-Ρέιμπουλντ, η οποία αποκάλυψε προ ημερών ότι υπέστη ανάρμοστες «πιέσεις» από τον Τριντό και το περιβάλλον του ώστε να φροντίσει να αποφευχθεί η προσαγωγή της εταιρείας-κολοσσού των κατασκευών SNC-Lavalin ενώπιον των δικαστηρίων.
Την παραίτηση της Ουίλσον-Ρέιμπουλντ τη 12η Φεβρουαρίου ακολούθησε, μερικές ημέρες αργότερα, αυτή του στενότερου συνεργάτη και συμβούλου του Τριντό, του Τζέραλντ Μπατς. Ο τελευταίος, ο στόχος μεγάλου μέρους των φραστικών πυρών της πρώην υπουργού Δικαιοσύνης, αναμένεται να παρουσιάσει τη δική του εκδοχή των γεγονότων ενώπιον των κοινοβουλευτικών την προσεχή Τετάρτη.
Εξηγώντας τους λόγους που την οδήγησαν να υποβάλει την παραίτησή της, η Φίλποτ τόνισε πως δεν έχει πλέον «εμπιστοσύνη στον τρόπο που διαχειρίστηκε αυτή την υπόθεση» η κυβέρνηση, ούτε στην «αντίδρασή της στα ερωτήματα» που εγείρονται εξαιτίας της.
«Χάος»
Μετά τη δική της παραίτηση, η Ουίλσον-Ρέιμπουλντ κατηγόρησε τον Τριντό και τους συνεργάτες του ότι τής άσκησαν ασφυκτικές πιέσεις, συνοδευόμενες από «συγκαλυμμένες απειλές», προκειμένου να επέμβει, να απαιτήσει οι εισαγγελείς να κλείσουν εξωδικαστικό συμβιβασμό με την SNC-Lavalin και η υπόθεση να μην καταλήξει στις δικαστικές αίθουσες.
Ο κατασκευαστικός όμιλος του Κεμπέκ κατηγορείται από το 2015 για διαφθορά, πιο συγκεκριμένα ότι μοίρασε 48 εκατομμύρια καναδικά δολάρια (32 εκατ. ευρώ) σε Λίβυους αξιωματούχους την εποχή του δικτάτορα Μουάμαρ Καντάφι, μεταξύ του 2001 και του 2011, ώστε να εξασφαλίσει την ανάθεση μεγάλων δημοσίων συμβάσεων στη χώρα αυτή.
Ο εξωδικαστικός συμβιβασμός θα επέτρεπε στην SNC-Lavalin, που απασχολεί 50.000 ανθρώπους παγκοσμίως, εκ των οποίων 9.000 στον Καναδά, να αποφύγει μια καταδίκη που θα μπορούσε να θέσει σε κίνδυνο το ίδιο το μέλλον της.
Η Ουίλσον-Ρέιμπουλντ αρνήθηκε όμως να επέμβει κι ενδέχεται πάντα να διεξαχθεί δίκη, αν και το πότε παραμένει ακόμη απροσδιόριστο.
Ο Τριντό δεν είχε αντιδράσει ως νωρίς το απόγευμα της Δευτέρας.
Μέχρι σήμερα, επαναλαμβάνει πως τόσο ο ίδιος, όσο και το περιβάλλον του έδρασαν με «προσήκοντα» και «επαγγελματικό» τρόπο στην υπόθεση.