Το άνοιγμα των λογαριασμών της ΔΕΗ ήταν για τους περισσότερους από μας ένα πραγματικό σοκ. Ποσά ακόμα και διπλάσια από τα συνήθη, ποσά που ξεπερνούν ακόμα και τις μηνιαίες αποδοχές του νοικοκυριού και μάλιστα σε μια περίοδο που η βενζίνη έχει ανέβει σε τιμή ρεκόρ ενώ όλα τα βασικά είδη κατανάλωσης και διατροφής έχουν πάρει την ανηφόρα. Η ακρίβεια γονατίζει το βιοτικό επίπεδο των πολιτών και την ίδια στιγμή το πλαίσιο που δημιουργήθηκε από τις πολιτικές παρεμβάσεις στο ζήτημα της ενέργειας τσακίζει τα οικονομικά των Δήμων.
Σίγουρα θα έχουμε παρατηρήσει ότι σε κάθε λογαριασμό της ΔΕΗ εκτός από την αξία του ρεύματος ένα μέρος της οφειλής αφορά σε τέλη για λογαριασμό του Δήμου. Το ποσό αυτό εισπράττεται από τους ιδιώτες, πλέον, «πάροχους ενέργειας» και αποδίδεται στους οικείους Δήμους προκειμένου να καλυφθούν οι υπηρεσίες που αυτοί παρέχουν στους δημότες τους. Έλα όμως που οι «πάροχοι» γράφουν στα παλιά τους τα παπούτσια τις υποχρεώσεις τους και δεν αποδίδουν αυτά τα χρήματα στα ταμεία των Δήμων! Και δεν είναι η πρώτη φορά. Θυμόμαστε όλοι την παρακράτηση του ΕΝΦΙΑ και το κανόνι που έσκασαν κάποιοι στο παρελθόν αφήνοντας χρέη εκατοντάδων εκατομμυρίων στο κράτος την ίδια στιγμή που φωτογραφίζονταν να χαριεντίζονται ανέμελοι στις παραλίες της Μυκόνου.
Η δικαιολογία που προβάλλουν απλά πετά το μπαλάκι, κατά την προσφιλή κυβερνητική τακτική, στον καταναλωτή. Προβαίνουν, λέει, σε διακανονισμούς για αυτό καθυστερούν. Μα οι διακανονισμοί υπήρχαν πάντα. Μα το επενδυτικό ρίσκο ήταν δεδομένο όταν αναλάμβαναν να εισπράττουν χωρίς να παρέχουν καμία υπηρεσία παρά μόνο τη διαφορά τιμής μεταξύ της χονδρικής και της λιανικής τιμής του ρεύματος. Μα οι κρατικές επιδοτήσεις ακόμα και ως πληττόμενες επιχειρήσεις από την πανδημία έχουν διασφαλίσει εξωφρενικά κέρδη, πολύ περισσότερο αν αναλογιστούμε ότι ο επιχειρηματικός κίνδυνος, όπως λέγεται, είναι ιδιαίτερα χαμηλός αφού το επενδυτικό κεφάλαιο είναι ελάχιστο μπροστά στους τζίρους που εξασφαλίζουν αρμέγοντας επενδύσεις προηγούμενων δεκαετιών που έχει πληρώσει ο ελληνικός λαός. Μιλάμε για τον εξηλεκτρισμό της χώρας, μια διαδικασία επίπονη, δαπανηρή και μακροχρόνια που έβγαλε την ύπαιθρο από την απομόνωση, προσέφερε υψηλό βιοτικό επίπεδο στους πολίτες όλης της χώρας και δεν θα μπορούσε να γίνει αποκλειστικά από κανέναν ιδιώτη παρά μόνο από το ελληνικό κράτος.
Περισσότερα από 150 εκατομμύρια ευρώ οφείλονται λοιπόν στους Δήμους, σύμφωνα με τις ειδησεογραφικές αναφορές, χρήματα που έχουν εισπράξει οι εταιρείες και δεν έχουν αποδώσει στους Δήμους, 3 εκ των οποίων αφορούν στον Δήμο Πατρέων. Το έλλειμμα χρηματοδότησης των ανταποδοτικών υπηρεσιών, καθαριότητα, φωτισμός, είναι προφανές. Αν συνυπολογίσουμε δε, τη μείωση των πόρων που αντιστοιχούν από την κρατική ενίσχυση αλλά και την παρακράτηση μεγάλου μέρους αυτών, τότε η πίεση που ασκείται στη δημοτική φυσιογνωμία των υπηρεσιών αυτών είναι ασφυκτική. Η ιδιωτικοποίηση προβάλλεται από κάποιες πλευρές ήδη ως εναλλακτική λύση. Την ίδια στιγμή, το κοινωνικό και πολιτικό μέτωπο αντίστασης στην επιχειρούμενη ιδιωτικοποίηση είναι μια αναγκαιότητα που πρέπει να αντιπαρατεθεί με όπλα την αποτελεσματικότητα των δημοτικών υπηρεσιών και τον κοινωνικό χαρακτήρα τους. Προβλέπονται δύσκολες μέρες για την αυτοδιοίκηση, και η απαίτηση της κοινωνίας για πολιτική αλλαγή είναι πλέον πιο επιβεβλημένη από ποτέ.
*Δημοτικός Σύμβουλος της ΩΡΑ Πατρών