Του Νίκου Φιλιππίδη, δημοσιογράφου
Η κυβέρνηση τα τελευταία χρόνια έχει τιμαριθμοποιήσει τις συντάξεις, οι οποίες αυξάνονται κάθε χρόνο από τον συνδυασμό ανάπτυξης και πληθωρισμού.
Ετοιμάζεται να θεσμοθετήσει παρόμοιο μηχανισμό αυτόματων αυξήσεων του κατώτατου μισθού για τους νεοεισερχόμενους στην αγορά εργασίας. Ενώ ανάλογη ρύθμιση προγραμματίζει και για τους δημοσίους υπαλλήλους. Αν λάβουμε υπόψη ότι έχει μειωθεί από το 2019 η φορολογία των νομικών προσώπων και ειδικά αυτή των μερισμάτων, μόνο ο κλάδος των ελεύθερων επαγγελματιών μέσω της τεκμαρτής φορολόγησης των εισοδημάτων, εκτός των μισθωτών, μπορεί να διαμαρτύρεται ότι πληρώνει παραπάνω από το 2019. Μόνο που μεγάλο μέρος της συγκεκριμένης ομάδας φορολογουμένων φοροδιαφεύγει και το ποσό που καλείται να πληρώσει είναι όσο ο φόρος του νεοεισερχόμενου εργαζομένου που αμείβεται με τον κατώτατο μισθό. Αντίθετα οι μισθωτοί δεν μπορούν, όχι να φοροδιαφύγουν, ούτε να κρύψουν ούτε ευρώ από την Εφορία. Κι όμως για αυτούς δεν γίνεται καμία κουβέντα.
Ολο το φορολογικό βάρος των μισθωτών που ίσχυε το 2019 συνεχίζει να αυξάνεται μαζί με την αύξηση των εισοδημάτων τους, καθώς η κλίμακα φορολόγησής τους παρέμεινε στα επίπεδα των χειρότερων στιγμών των Μνημονίων.
Τα δημόσια ταμεία γέμιζαν και συνεχίζουν να γεμίζουν με τους επιπλέον φόρους των μισθωτών της μεσαίας τάξης που είδαν μεν τις αποδοχές τους να βελτιώνονται έπειτα από χρόνια, αλλά βρήκαν και έναν απρόσμενο «συνεταίρο», το κράτος, που συνέχισε να τους φορολογεί με τους μνημονιακούς συντελεστές. Στο σκηνικό προστέθηκε τα τελευταία χρόνια και ο πληθωρισμός, που αφαίρεσε ακόμα μεγαλύτερο μέρος από τις αυξήσεις που έλαβαν τα τελευταία χρόνια οι μισθωτοί.
Το θύμισε χθες ο γενικός διευθυντής του ΙΟΒΕ Νίκος Βέττας, παρατηρώντας ότι τα κρατικά έσοδα αυξάνονται και λόγω των επιπλέον φόρων που πληρώνουν οι μισθωτοί. «Πρέπει να γίνει προσαρμογή της κλίμακας», πρόσθεσε. Τα στοιχεία του ΟΟΣΑ έδειξαν ότι η πραγματική φορολογική επιβάρυνση των μισθωτών αυξήθηκε και το 2023. Για τον άγαμο εργαζόμενο με μέσο μισθό η αύξηση της επιβάρυνσης ήταν 0,44 ποσοστιαίες μονάδες, φτάνοντας το 38,5%, ενώ για το ζευγάρι με δύο παιδιά ήταν 0,59 ποσοστιαίες μονάδες φτάνοντας το 37,5%.
Η σημερινή κυβέρνηση ανήλθε στην εξουσία το 2019 με κινητήρια δύναμη ψηφοφόρων τη μεσαία τάξη και βασικό αίτημα τη μείωση των φόρων. Φόρους πράγματι μείωσε και αυτό έκανε καλό στην οικονομία, γεγονός που οδήγησε στην ανανέωση της εμπιστοσύνης των πολιτών το 2023. Τη μεσαία τάξη ωστόσο ενίσχυσε μόνο εμμέσως, μέσω της ανάπτυξης της χώρας. Την άμεση φορολογία που την αφορούσε ελάχιστα την άλλαξε, ελαφρύνοντας στην αρχή της θητείας της μόνο το χαμηλότερο κλιμάκιο φορολόγησης. Πρόκειται για μια ξεκάθαρη αδικία σε σχέση με όλες τις υπόλοιπες εισοδηματικές τάξεις για την οποία σχεδόν κανείς δεν μιλάει.
Ο ίδιος ο Πρωθυπουργός, που όπου βρεθεί αναφέρεται στον στόχο της κυβέρνησης ο μέσος μισθός να πάει στα 1.500 ευρώ στο τέλος της τετραετίας, ρίχνει το «μπαλάκι» μόνο στις ιδιωτικές επιχειρήσεις. Για το δικό του (και της κυβέρνησής του) μερτικό ευθύνης, που είναι η προσαρμογή της φορολογικής υποχρέωσης, ως ελάχιστο δείγμα φορολογικής δικαιοσύνης, δεν λέει ούτε κουβέντα.
Οικονομικός Ταχυδρόμος