Του ΤΑΣΟΥ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ
Από την μια έχουμε το μπάχαλο του ΣΥΡΙΖΑ, που σηματοδοτεί την πλήρη διάλυση κι από την άλλη την συντεταγμένη επανεκλογή του Ανδρουλάκη στο ΠΑΣΟΚ, που έδωσε ένα ηχηρό μάθημα στην Κουμουνδούρου της τήρησης των εσωκομματικών δημοκρατικών διαδικασιών, σε αντιδιαστολή με το διπλανό αντιπολιτευτικό ασκέρι, που σκοτώνεται.
Στη ΝΔ, ο Μητσοτάκης με το καρφί που έριξε για τους χαριεντισμούς του Σαμαρά με τον Νίκο Παππά, άνοιξε και επισήμως το μέτωπο με τον πρώην πρωθυπουργό, που συνεχίζει να προαναγγέλλει υποχωρήσεις και παραχωρήσεις, εν όψει των συνομιλιών Γεραπετρίτη-Φιντάν στην Αθήνα στις 9 Νοεμβρίου.
Οι πρόσφατες δημοσκοπήσεις κατακρημνίζουν τον ΣΥΡΙΖΑ ανεβάζουν τη ΝΔ στα ποσοστά των ευρωεκλογών και δίνουν θεαματική άνοδο στο ΠΑΣΟΚ που εκτοξεύεται σχεδόν στο 20%.
Όταν όμως οι δημοσκόποι φτάνουν στο κρίσιμο ερώτημα για τον καταλληλότερο πρωθυπουργό, εκεί ο Κ. Μητσοτάκης προηγείται θεαματικά έναντι όλων των άλλων αρχηγών.
Όλα αυτά αφορούν τον μικρόκοσμο της εσωτερικής πολιτικής σκηνής. Αν βγούμε έξω από όλα αυτά συμβαίνουν εντός των τειχών και βρεθούμε στην αντίπερα όχθη του Ατλαντικού, θα διαπιστώσουμε ότι επικρατεί μια αγοραία προεκλογική εκστρατεία, που προοιωνίζει ένα αμφίρροπο αποτέλεσμα, κάτι που ενέχει πολλούς κινδύνους για την δημοκρατική λειτουργία των ΗΠΑ.
Το ένα σενάριο είναι να κερδίσει ο Τραμπ. Το άλλο να κερδίσει με βραχεία κεφαλή η Κάμαλα Χάρις. Αν συμβεί το δεύτερο, πολλοί υποστηρίζουν ότι το αποτέλεσμα θα αμφισβητηθεί, κάτι που έγινε προ τετραετίας, με ότι αυτό σημαίνει για την λειτουργία των θεσμών μιας μεγάλης χώρας, που αποτελεί τον βασικό πυλώνα του Δυτικού κόσμου.
Την ώρα που είναι ανοιχτά δύο πολεμικά μέτωπα στην περιοχή μας, γεννάται το ερώτημα τι μέλλει γενέσθαι στην παγκόσμια ισορροπία τρόμου, που υπάρχει στις μέρες μας στον πλανήτη.
Αλλά και για να έρθουμε στα εντελώς δικά μας, παρά την νηνεμία που επικρατεί αυτή την περίοδο στο Αιγαίο, ουδείς μπορεί να προβλέψει τι θα συμβεί, αν στις ΗΠΑ επικρατήσουν ανεξέλεγκτες πολιτικές τρικυμίες.
Αν δει κανείς πίσω στον χρόνο, η Άγκυρα βλέπει μακροπρόθεσμα και καιροφυλακτεί. Στην Κύπρο εισέβαλε η Τουρκία το 1974, όταν την κερκόπορτα άνοιξε ο Ιωαννίδης, με το πραξικόπημα εναντίον του Μακαρίου και την Αμερική με υπό παραίτηση Πρόεδρο.
Κάτι ανάλογο συνέβη το 1996 με τα Ίμια. Στην Αθήνα ο Α. Παπανδρέου έπνεε τα λοίσθια και ο Σημίτης δεν είχε ακόμη καθίσει στον θώκο του πρωθυπουργού.
Την ευκαιρία αυτή άρπαξαν οι Τούρκοι με αφορμή ένα σκάφος, που προσάραξε στα Ίμια, με πιθανότερο σενάριο να ήταν στημένο και πέτυχαν τον στόχο τους, που δεν ήταν άλλος από την θεωρία των γκρίζων ζωνών.
Έτσι έβαλαν στο καλάθι των απαιτήσεών τους ελληνικά νησιά και βραχονησίδες, που θεωρούν ότι δεν έχουν καθορισμένο καθεστώς. Παράλληλα ισχυρίζονται ότι τα νησιά δεν έχουν υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ και ταυτόχρονα ότι η Ελλάδα δεν έχει δικαίωμα να επεκτείνει τα χωρικά της ύδατα έως τα 12 μίλια, που ορίζονται με βάση τις διεθνείς συνθήκες.
Και για να επιβάλλει με την ισχύ των όπλων τους ανυπόστατους αυτούς ισχυρισμούς, δημιούργησε θέμα στην Κάσο παρουσία πολεμικών πλοίων, για να εμποδίσει ερευνητικό σκάφος να προετοιμάσει την πόντιση ηλεκτρικού καλωδίου, που θα συνδέει την Κρήτη με την Κύπρο, κατά παράβαση και πάλι του διεθνούς δικαίου.
Παραμονές μιας σημαντικής συνάντησης του Γεραπετρίτη με τον Φιντάν εξέδωσε αντιναφτεξ, με την οποία ισχυρίζεται ότι μια αντίστοιχη θαλάσσια έρευνα για την πόντιση ηλεκτρικού καλωδίου που θα συνδέει την Λέσβο, με την Χίο και την Σάμο, διέρχεται από τουρκική υφαλοκρηπίδα.
Όλες αυτές οι προκλήσεις διόλου δεν βοηθούν στην εμπέδωση ενός κλίματος συνεννόησης και δημιουργίας καλού κλίματος εν όψει των συνομιλιών, που πρόκειται λίαν προσεχώς να διεξαχθούν.
Αν λάβει κανείς υπόψη του ότι η Τουρκία έχει μακροπρόθεσμους στρατηγικούς σχεδιασμούς, ενώ η Ελλάδα κινείται την τελευταία στιγμή προσπαθώντας να αντιμετωπίσει ως συνήθως τα τετελεσμένα, βλέπε γαλάζια πατρίδα και αιθέρες, καθώς και τουρκολυβική ΑΟΖ, καταλαβαίνει κανείς πόσο ευάλωτη είναι η χώρα απέναντι στον τουρκικό επεκτατισμό.
Γι αυτό και η μικροπολιτική τόσο εντός των κομματικών μηχανισμών, όσο και ανάμεσα στους πολιτικούς σχηματισμούς, είναι μικρά και ασήμαντα, μπροστά στα μείζονα θέματα, που υπάρχουν και διέρχονται κάτω από τα ραντάρ των κομμάτων.
Κάτι που εργαλειοποιεί τόσο η άκρα δεξιά, που καταλαμβάνει πλέον δημοσκοπικά το 20% του εκλογικού σώματος, όσο και η αριστερά δεν κατανοεί, γιατί θα πρέπει να δει τα όσα συμβαίνουν στον περίγυρό μας, με διαφορετική οπτική.
Κοινό στοιχείο των μεν και των δε, είναι ότι φλερτάρουν με τον Πούτιν, αγνοώντας εκτός των άλλων, ότι έχει απαγορεύσει με ποινή θανάτου κάθε αντίθετη φωνή. Μπορεί τα ΜΜΕ να αρέσκονται και να αναδεικνύουν ευτελή θέματα, όμως καιρός είναι, όλοι να δούμε πέρα από την μύτη μας, να αφουγκραστούμε τους πραγματικούς κινδύνους, που μας περιβάλλουν και να αρθούμε στο ύψος των κρίσιμων περιστάσεων…