του Παντελή Καψή, δημοσιογράφου
Δεν χρειάζεται να δώσουμε ιδιαίτερη σημασία στις πολιτικές αναφορές που έκανε ο Αλέξης Τσίπρας στην πρόσφατη ομιλία του για την οικονομία. Αυτό το κίνημα από «τα κάτω» που θα δώσει ώθηση στους από «πάνω» να συγκροτήσουν ένα λαϊκό μέτωπο αλά Μελανσόν, είναι λόγια του αέρα. Ώσπου να ξεκαθαρίσουν τα πράγματα στην αριστερά θα περάσει καιρός. Και βέβαια, πριν αρχίσουν να μιλάνε για συνεργασίες θα πρέπει πρώτα να μαζέψουν τα πτώματα. Ομολογώ άλλο μου έκανε εντύπωση: η αναφορά του στον Τρικούπη και τον Βενιζέλο. Στην ανάγκη δηλαδή ενός «αναπτυξιακού σοκ» εφάμιλλο των αντίστοιχων της δικής τους περιόδου.
Και μόνο η επίκληση δύο κατ’ εξοχήν αστών πολιτικών, εκπροσώπων της ελίτ της εποχής τους, από τον αριστερό Τσίπρα δεν είναι ούτε τυχαία ούτε συνηθισμένη. Πόσο μάλλον αν σκεφτούμε ότι ως σήμερα οι περισσότερες αναφορές στον Βενιζέλο από αριστερούς πολιτικούς ήταν είτε για να θυμηθούν το ιδιώνυμο είτε για να καυτηριάσουν τις ιμπεριαλιστικές περιπέτειες στις οποίες έβαλε τη χώρα. Έτσι, βάσιμα μπορούμε να υποθέσουμε ότι η επιλογή αυτή αποτελεί μέρος της επιχείρησης «Rebranding Tsipras». Μπορεί να μην φοράει γραβάτα, είναι προφανές ωστόσο ότι θέλει να διευρύνει την απήχησή του. Να πάψει να είναι το τρομερό παιδί των καταλήψεων και να γίνει ένας πολιτικός τον οποίο ακόμα και μετριοπαθείς ψηφοφόροι μπορούν να εμπιστευθούν ότι θα οδηγήσει τη χώρα με ασφάλεια. Κάτι το οποίο ενίσχυσε και με τις συνεχείς αναφορές του στην Ευρώπη και στην ανάγκη να πετύχουμε τη σύγκλιση. Παρομοίασε μάλιστα την προσπάθεια που απαιτείται σήμερα σαν ένα εθνικό στόχο αντίστοιχο με την ένταξη στην ΕΟΚ από τον Κωνσταντίνο Καραμανλή και την ένταξη στην Ευρωζώνη από τον Κώστα Σημίτη. Ειδικά για τον τελευταίο, μάλλον δεν ισχύει πια αυτό που έλεγε ότι οι επιτυχίες ήταν «οι άνεμοι που σπέρνονται και θα γίνουν θύελλες».
Πρόκειται για μια μετατόπιση η οποία στηρίζεται σε δύο σωστές εκτιμήσεις: Πρώτον ότι δεν μπορεί να ανασυσταθεί το μέτωπο της αριστεράς με τους αγανακτισμένους, η ετερόκλιτη συμμαχία δηλαδή με την ακροδεξιά η οποία οδήγησε τον ΣΥΡΙΖΑ στην εξουσία. Οι πελάτες, μεγάλο μέρος τους τέλος πάντων, έχουν πετάξει στον φυσικό τους χώρο ή πήγαν σπίτι τους. Δεύτερον ότι στο εξής, για να αντιπαρατεθεί η αντιπολίτευση στη Νέα Δημοκρατία, θα πρέπει πρώτα να μπορεί να κερδίσει τη μάχη του κέντρου. Η επιλογή Τρικούπη και Βενιζέλου βέβαια μπορεί να οδηγήσει και σε άλλους συνειρμούς. Και οι δύο πραγματοποίησαν μεγάλο μεταρρυθμιστικό έργο. Με σημερινούς όρους θα μπορούσαμε να τους αποκαλέσουμε εκσυγχρονιστές. Και οι δύο προσπάθησαν να αξιοποιήσουν τις πλουτοπαραγωγικές της χώρας με σημαντικά έργα και επενδύσεις, ώστε να μπορέσει η οικονομία να ανταποκριθεί στις ανάγκες της εποχής. Την αναβάθμιση κυρίως της γεωστρατηγικής θέσης της Ελλάδας ο πρώτος, την αποκατάσταση των προσφύγων ο δεύτερος, στην τελευταία θητεία του. Το αποτέλεσμα ωστόσο και για τους δύο ήταν η χρεοκοπία. Στην περίπτωση του Βενιζέλου καθοριστικό ρόλο έπαιξε η παγκόσμια οικονομική κρίση. Υπάρχει όμως μια ενδιαφέρουσα αναλογία με το σήμερα: το πρόβλημα δεν ήταν οι προϋπολογισμοί του κράτους αλλά το εμπορικό ισοζύγιο το οποίο ήταν ελλειμματικό.
Η χρεοκοπία ήρθε επειδή δεν μπορούσαμε να δανειστούμε για να καλύψουμε το κόστος των εισαγωγών και των υποχρεώσεων από παλιότερα δάνεια. Μια συνθήκη δηλαδή στην οποία μπορεί εύκολα να βρεθεί η χώρα σε λίγα χρόνια. Έχει μάλιστα ενδιαφέρον ότι ο κ. Τσίπρας αναφέρθηκε ακριβώς σε αυτό το ενδεχόμενο. Αν δεν αλλάξουμε πορεία, είπε χαρακτηριστικά, θα «ξαναπέσουμε σε τοίχο και μάλιστα συντομότερα από όσο ίσως πιστεύουμε». Πρόκειται για μια προσέγγιση διαμετρικά αντίθετη με τις πολιτικές της αριστεράς. Αρκεί να αναλογιστούμε ότι το 2010 ο ΣΥΡΙΖΑ αρνιόταν ότι υπήρχε καν κρίση, τη θεωρούσε πρόσχημα για να περάσει η λιτότητα. Κι ότι ακόμα και σήμερα κανείς πολιτικός της αντιπολίτευσης, ούτε από το ΠΑΣΟΚ, δεν αναφέρεται σε αυτόν τον κίνδυνο. Η μόνιμη επωδός τους είναι να αυξηθούν οι δαπάνες. Όπως είπε ο κ. Τσίπρας όμως, οι πολιτικές που μας οδήγησαν στην κρίση «δεν μπορούν να αποτελούν τη συνταγή της διεξόδου». Κατέθεσε έτσι ένα σχέδιο προγράμματος με 4 πυλώνες τους οποίους, παρά την αντιπολιτευτική φρασεολογία που χρησιμοποιεί, θα τους έβλεπε θετικά ακόμα και η κυβέρνηση. Σε κάθε περίπτωση θα μπορούσε να το είχε πάρει σχεδόν αυτολεξεί από το κυβερνητικό πρόγραμμα του ΠΑΣΟΚ του Σημίτη ή του Γιώργου Παπανδρέου.
Είναι ειλικρινής; Παρουσιάζει θέσεις τις οποίες θα εγκαταλείψει με το που θα αισθανθεί ότι τον συμφέρει να επιστρέψει στον παραδοσιακό τρόπο του ΣΥΡΙΖΑ; Είναι απλώς ένας οπορτουνιστής έτοιμος να πάει όπου φυσά ο άνεμος; Κανείς δεν μπορεί να το πει με σιγουριά και όλοι δικαιούμαστε να είμαστε επιφυλακτικοί. Παραμένει γεγονός ωστόσο ότι πρόκειται για μια πανηγυρική ομολογία ιδεολογικής ήττας. Ο Τσίπρας εμφανίζεται σήμερα έτοιμος να ενταφιάσει με συνοπτικές διαδικασίες τον ΣΥΡΙΖΑ που γνωρίζουμε. Αυτοί που θα δυσκολευτούν περισσότερο να το χωνέψουν είναι οι δικοί του άνθρωποι.